Το σχολείο, τα βιβλία και οι βιβλιοφάγοι
Λογοτεχνικά βιβλία ξεκίνησα σχετικά μεγάλη να διαβάζω. Διάβαζα πάντα δηλαδή, αλλά σποραδικά, δεν ήμουν αυτό που λέμε βιβλιοφάγος. Άκουγα από όλους βέβαια ότι αν ήθελα να γίνω φιλόλογος και συγγραφέας θα έπρεπε να διαβάζω ασταμάτητα, αλλά όταν είσαι μαθήτρια έχεις όρεξη για "εξωσχολικά";
Συχνά λοιπόν μού φαινόταν παράξενο: αν το σχολείο δεν καταφέρνει να εθίσει έναν επίδοξο φιλόλογο/συγγραφέα στην ανάγνωση λογοτεχνίας, αλλά πολύ περισσότερο τον αποτρέπει, τότε πόσο πολύ αποτρέπει όλους τους υπόλοιπους;
Μια ζωή λοιπόν είχα την ίδια απορία: γιατί να μη μου αρέσει καθόλου το μάθημα των Κειμένων, εμένα που άλλο όνειρο δεν είχα από το να γράφω κείμενα η ίδια; Καταρχάς, τα κείμενα. Δε λέω, καλή η Ελλάδα και η πατρίδα και η ελευθερία (και κάπως πρέπει να ενισχύσουμε το εθνικό αίσθημα των ελληνόπουλων, ε;), αλλά οκ, υπάρχουν και άλλες αξίες προς διδασκαλία. Στην Γ' Λυκείου θυμάμαι μας έκαναν την "Μαρίνα των βράχων" -ό,τι πιο "προχωρημένο" διδαχτήκαμε ποτέ και που να ξεφεύγει από το δίπτυχο Ελλάδα-παράδοση- και είχαμε ενθουσιαστεί. Κάπου-κάπου ξεφύλλιζα το σχολικό βιβλίο, διάβαζα κανένα κείμενο που μου άρεζε, αλλά πώς τύχαινε να είναι πάντα εκτός ύλης.
Και καλά τα κείμενα άσ' τα, πες έχουν πολλές αναγνώσεις και πολλά επίπεδα και ό,τι και να διαβάσεις κακό δε θα σου κάνει. Η διδασκαλία όμως; Στίχο-στίχο, λέξη-λέξη, τόση ανάλυση που θα βαριόταν και ο ίδιος ο συγγραφέας/ποιητής που τα έγραφε. Ο ορισμός του "κοιτάμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος". Και όλα αυτά για να καταλήξουμε σε ΜΙΑ σωστή απάντηση, λες και η λογοτεχνία έχει απαντήσεις, και μάλιστα σωστές και λάθος.
Ούσα ποιήτρια και η ίδια, ένα πράγμα μπορώ να πω με σιγουριά: ποτέ δεν ξέρει κανείς τι πραγματικά θέλει να πει ο ποιητής. Κι ούτε και διαλέγει μία-μία κάθε μα κάθε λέξη κατόπιν βαθιάς περισυλλογής. Κάποιες λέξεις ναι, έχουν νόημα, όχι όμως όλες. Κι αν είχαν ακόμα, δε νομίζω πως είναι δουλειά των μαθητών να το ανακαλύψουν.
Αν έκανε μια μεγάλη ζημιά το σχολείο στο θέμα της λογοτεχνίας δεν είναι ότι έκανε τους μαθητές να τη βαρεθούν, είναι ότι προσπάθησε να βάλει την ερμηνεία της σε καλούπια. Το θέμα δεν είναι να δώσεις τις απαντήσεις στους μαθητές, το θέμα είναι να τους βοηθήσεις να βιώσουν το κείμενο, να το απολαύσουν. Η λογοτεχνία, όπως και η κάθε τέχνη, τι είναι; Μορφή επικοινωνίας είναι. Ο συγγραφέας επικοινωνεί με τον αναγνώστη μέσω του κειμένου που έγραψε ο πρώτος και αγάπησε ο δεύτερος. Και για να αγαπήσεις ένα κείμενο πρέπει να το διαβάσεις με τον δικό σου τρόπο, να βρεις σε αυτό τα δικά σου βιώματα, τους δικούς σου πόνους και τις δικές σου εμμονές. Το ξέρει αυτό ο συγγραφέας, ότι ο καθένας θα διαβάσει αλλιώς τα κείμενα του, δεν είναι κακό, δε γίνεται κι αλλιώς, ειδάλλως η λογοτεχνία θα είχε πεθάνει προ πολλού.
Είναι θλιβερή η προσπάθεια του σχολείου αντί να ελευθερώνει τους μαθητές να τους βάζει σε τέτοιον περιορισμό, και μάλιστα σε ένα μάθημα όπως η λογοτεχνία. Ως μαθητές δε μάθαμε να αγαπάμε τα κείμενα ούτε να τα νιώθουμε δικά μας. Δε νιώσαμε ποτέ γιατί είναι τόσο όμορφη η λογοτεχνία, τι βρίσκουν σε αυτήν τόσοι άνθρωποι που διαβάζουν με μανία.
Κι ούτε και μας έδωσαν ποτέ καμιά κατεύθυνση. Ότι αν θέλαμε κάποια στιγμή να διαβάσουμε από μόνοι μας, από πού να ξεκινήσουμε; Πώς να ψάξουμε; Τι να αναζητήσουμε; Τίποτα. Δηλαδή να τελειώσεις το σχολείο και να μην ξέρεις καλά-καλά ποιος είναι ο Ντοστογιέφσκι…
Κι έπειτα ως μαθητής έχεις μπουχτίσει τόσο από διάβασμα, έχει γεμίσει τόσο το κεφάλι σου από πληροφορίες, από άχρηστες γνώσεις και ατελείωτα κείμενα, που δεν μπορείς να ξαναδιαβάσεις στη ζωή του. Παθαίνεις τέτοιο αναγνωστικό overdose που βλέπεις βιβλίο και βγάζεις φλύκταινες. Δεν είναι τυχαίο που στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς ένα σωρό μαθητές τα σκίζουν έξω από το σχολείο.
Οι μισοί Έλληνες λέει δε διαβάζουν. Δε διαβάζουν καθόλου. Ασφαλώς δε φταίει για αυτό το σχολείο, όχι μόνο το σχολείο δηλαδή. Αλλά εξαιτίας αυτού χάνεται σίγουρα μια καταπληκτική ευκαιρία για να μυηθούμε στον κόσμο της ανάγνωσης. Αλλά μήπως αυτό δε συμβαίνει με όλα τα μαθήματα; Αν τα μαθήματα διδάσκονταν βιωματικά, δε θα ήταν και τόσο στείρα. Και ίσως οι βιβλιοφάγοι να ήταν περισσότεροι.