Γιατί το "1984" του Τζορτζ Όργουελ παραμένει επίκαιρο (και γιατί αυξήθηκε το ενδιαφέρον του κόσμου γι' αυτό το βιβλίο την περίοδο της επιδημίας)

Της Χρυσάνθης Ιακώβου / Αναδημοσίευση από LIFO Μικροπράγματα

Ακόμα και αυτοί που δεν έχουν διαβάσει το "1984", ξέρουν για ποιο πράγμα μιλάει: κατά το έτος 1984 την εξουσία έχει καταλάβει ένα απολυταρχικό κόμμα που ελέγχει απόλυτα τις κινήσεις των πολιτών - αρχηγός του κόμματος είναι ο Μεγάλος Αδελφός, ο οποίος παρακολουθεί αδιαλείπτως τους πάντες και τα πάντα. Σε αυτήν την εφιαλτική κοινωνία  που περιορίζει κάθε βούληση και που ακόμα και η υπόνοια μιας αντίθετης σκέψης αποτελεί αδίκημα, ένας πολίτης αρχίζει να αμφισβητεί το καθεστώς στο οποίο ζει. Θα καταφέρει να επαναστατήσει ή το κόμμα θα τον λυγίσει;

Ο κόσμος αρέσκεται πάντα να διαβάζει υποθετικά σενάρια για το μέλλον της ανθρωπότητας -όσο πιο τρομακτικά τόσο μεγαλύτερο το ενδιαφέρον-, αλλά η περίπτωση του "1984" είναι ξεχωριστή. Δεν είναι απλώς ένα δυστοπικό μυθιστόρημα με πολλή φαντασία, αλλά μια ιστορία μοντέρνα στην γραφή που περιγράφει την παγκοσμιοποίηση, την παρακολούθηση μέσω τηλε-οθονών, τον… Μεγάλο Αδελφό - και όλα αυτά ενώ γράφτηκε το 1948!

Αυτό που μαγνητίζει τόσο τον κόσμο στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι ο βαθύτερος φόβος μας ότι η κοινωνία μας αρχίζει να μοιάζει με αυτήν που περιγράφεται στις σελίδες του. Ήδη η παρακολούθηση φαίνεται να είναι γεγονός, καθώς η ιδιωτική μας ζωή χάρη στα social media είναι πλέον… δημόσια, ενώ το θέμα της παραβίασης προσωπικών δεδομένων συζητιέται καθημερινά. Η πλύση εγκεφάλου στην οποία μας υποβάλλουν τα ΜΜΕ, η απροκάλυπτη προπαγάνδα των καναλιών και τα fake news του διαδικτύου θυμίζουν την εξόφθαλμη παραποίηση της αλήθειας και του παρελθόντος που έκανε το κόμμα του Μεγάλου Αδελφού χωρίς καν να το αντιλαμβάνονται οι πολίτες.

Αλλά αυτό που μας τρομάζει πιο πολύ διαβάζοντας το "1984" είναι η αστυνόμευση της ίδιας της σκέψης. Ακόμα και ένας μορφασμός που μπορεί να φανερώνει αποδοκιμασία στις εντολές του κόμματος είναι αρκετός για να σε οδηγήσει έναν ήρωα του βιβλίου στη σύλληψη. Εμείς ασφαλώς δεν φαίνεται να κινδυνεύουμε από κάτι τέτοιο, όμως τα τελευταία χρόνια τίθεται όλο και πιο έντονα το ερώτημα: μετά τους συμβατικούς πολέμους και μετά τους οικονομικούς πολέμους που έχει βιώσει πλέον η ανθρωπότητα, έπεται ο πόλεμος ενάντια στην ελευθερία του πνεύματος; Το "1984" φαίνεται απλώς να απαντά σε αυτήν την ερώτηση.

Γιατί τόσος πολύς κόσμος διάβασε το "1984" μέσα στην καραντίνα;

Και εδώ είναι που ερχόμαστε στην επιδημία. Το "1984" (όπως και "Η φάρμα των ζώων" του ίδιου συγγραφέα) έχει σταθερές πωλήσεις όλα αυτά τα χρόνια, όμως από το διάστημα της καραντίνας και μετά φαίνεται πως οι αναγνώστες έδειξαν εντονότερο ενδιαφέρον προς αυτό.

Για ποιο λόγο; Γιατί σε καιρούς κρίσης οι άνθρωποι, προσπαθώντας να ερμηνεύουν όσα τους συμβαίνουν, τείνουν να στρέφονται στα χειρότερα πιθανά σενάρια. Τείνουν να ξεφεύγουν από τον συνήθη τρόπο σκέψης τους, να γίνονται υπερβολικοί, να φοβούνται για πράγματα που δεν τους είχαν απασχολήσει ποτέ πιο μπροστά. Το ζήσαμε όλο αυτό πολύ έντονα από τη στιγμή που εμφανίστηκε ο κορονοϊός, με τις δεκάδες θεωρίες συνωμοσίας που ξεπήδησαν από παντού, με επικρατέστερη φυσικά αυτήν που θέλει τον ιό να είναι ένα τέχνασμα για να ελεγχθούν οι μάζες και να δεχτούν αναγκαστικά τα… μικροτσίπ μέσω του εμβολίου!

Το "1984" πατάει ακριβώς πάνω στο φόβο του ανθρώπου που βιώνει μεγάλες και αναπάντεχες κοινωνικές αλλαγές, οι οποίες κανείς δεν έχει ιδέα πού θα οδηγήσουν. Και το γεγονός ότι το συγκεκριμένο βιβλίο γράφτηκε τόσες δεκαετίες πριν, το καθιστά όχι απλώς τρομακτικό, αλλά και προφητικό στα μάτια πολλών.

Ασφαλώς βέβαια ο Όργουελ δεν ήταν προφήτης. Εξάλλου, πολλά από αυτά που περιγράφει στο βιβλίο του δεν τα φαντάστηκε, αλλά τα εμπνεύστηκε από γεγονότα της εποχής του (είναι "κοινό μυστικό" ότι το καθεστώς του Μεγάλου Αδελφού βασίζεται πάνω σε αυτό της Σοβιετικής Ένωσης). Ο Όργουελ είχε απλώς την κριτική ικανότητα για να αντιληφθεί τα βαθύτερα ένστικτα του ανθρώπου, την έννοια της εξουσίας, τη μορφή που μπορεί να πάρει μια κοινωνία αν οι πολίτες της δεν είναι αφυπνισμένοι. Και η φύση του ανθρώπου, όπως αποτυπώνεται στο συγκεκριμένο βιβλίο, μπορούμε να πούμε πως είναι πιο τρομακτική από κάθε θεωρία συνωμοσίας.

Και μετά την καραντίνα τι;

Όταν συμβαίνουν τρομερά γεγονότα σαν αυτό που μας συνέβη τώρα, αυτή η αναπάντεχη επιδημία, μου κάνει πάντα εντύπωση ο τρόπος που αντιδρά ο κόσμος, ο τρόπος που σοκάρεται. Έχει ενδιαφέρον ότι ενώ είναι δεδομένο πως η ζωή είναι απρόβλεπτη και όλα μπορούν να συμβούν ανά πάσα στιγμή, οι άνθρωποι είναι πάντα απροετοίμαστοι μπροστά σε όσα τους βγάζουν έξω από τον τρόπο ζωής που έχουν συνηθίσει.

Τελικά, αυτό που μας τρομάζει περισσότερο δεν είναι τόσο ο ίδιος ο θάνατος, όσο η αβεβαιότητα, η απώλεια αυτών που θεωρούμε αυτονόητα. Αυτό είναι που δεν μπορούμε να διαχειριστούμε και αυτό μας σπρώχνει να πιαστούμε από κάπου για να συμφιλιωθούμε με αυτό που μας συνέβη.

Τρόποι συμφιλίωσης υπήρξαν πολλοί. Οι πιο πρακτικοί το έριξαν σε παντός είδους δουλειές για να εκμεταλλευτούν τον ελεύθερο χρόνο τους. Οι πιο δημιουργικοί αφοσιώθηκαν στην τέχνη τους. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε στο μέλλον καλλιτεχνικά προϊόντα επηρεασμένα από τον κορονοϊό. Άλλοι αναζήτησαν ένα νόημα σε όλο αυτό, θεώρησαν ότι ήρθε η επιδημία για κάποιον "λόγο", για να περάσουμε περισσότερο χρόνο με τις οικογένειες μας και για να εκτιμήσουμε τα απλά πράγματα στη ζωή. (Με το τέλος της καραντίνας, βέβαια, πιστεύω πως όλοι αυτοί ξέχασαν τα περί εκτίμησης και επέστρεψαν στις ζωές τους, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα).

Και φυσικά -καλώς ή κακώς- υπήρξαν και αυτοί που το έριξαν στις θεωρίες συνωμοσίας. Οι συνωμοσιολόγοι βέβαια υπάρχουν πάντα και κάνουν ακόμα πιο έντονη την εμφάνιση τους σε ταραγμένους καιρούς, αλλά το τελευταίο διάστημα μπορούμε να πούμε ότι ξεπέρασαν και τον εαυτό τους. Αυτοί ίσως και να αποτελούν το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα για το… μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη σκέψη μπροστά σε ένα τρομερό γεγονός.

Οπότε, λοιπόν, τι μας μένει μετά από όλο αυτό το δύσκολο διάστημα; Η θετική σκέψη ότι ωφεληθήκαμε με κάποιον τρόπο;! Ο τρόμος ότι θα γίνουμε μια κοινωνία ελεγχόμενων πολιτών επειδή θα μας βάλουν… τσιπάκια μέσω του εμβολίου; Ο φόβος ότι θα καταστραφούμε οικονομικά αν ξαναέρθει η καραντίνα;

Οι επιδημίες δεν έρχονται για να μας διδάξουν κάτι. Η φύση και η ζωή απλώς πορεύονται και τέτοιου είδους δυσάρεστα πράγματα, όπως ένας θανατηφόρος ιός, απλώς συμβαίνουν. Αν υπάρχει ωστόσο κάτι που μπορούμε να κάνουμε εμείς αυτό είναι η νηφαλιότητα, η ώριμη και κριτική σκέψη, η εγρήγορση.

Θα πρέπει να λαμβάνουμε με μεγαλύτερη προσοχή τις ειδήσεις που διαβάζουμε. Θα πρέπει να αντιστεκόμαστε στην πλύση εγκεφάλου που μας κάνουν τα ΜΜΕ. Θα πρέπει να είμαστε πάντα διαβασμένοι, να καλλιεργούμε το πνεύμα μας, να διευρύνουμε την αντίληψη μας, να οξύνουμε την κριτική μας ικανότητα. Θα πρέπει να έχουμε την ωριμότητα να είμαστε υπάκουοι στις κρατικές οδηγίες, όχι από το φόβο των κυρώσεων, αλλά από ευσυνειδησία και αίσθηση κοινής λογικής.

Και το κυριότερο: θα πρέπει να μάθουμε να προσαρμοζόμαστε και να εξελισσόμαστε. Άλλαξαν πολλά λόγω κορονοϊού και δεν ήταν όλα για κακό. Ας σκεφτούμε μόνο πόσες διέξοδοι βρέθηκαν χάρη στην τεχνολογία, από τις δημόσιες υπηρεσίες που εξυπηρετούν κόσμο ηλεκτρονικά μέχρι την τηλε-εκπαίδευση. Να μην ξεχνάμε ότι υπήρξαν επαγγελματικοί κλάδοι που ωφελήθηκαν από αυτήν την κατάσταση, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμα και οι πιο άσχημες συνθήκες κρύβουν μέσα τους ευκαιρίες.

Ήταν δύσκολα και ίσως από το φθινόπωρο να είναι ακόμα χειρότερα. Ας μην επιστρέψουμε στο φόβο των πρώτων εβδομάδων. Ας δούμε τις επιλογές μας και ας πορευτούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα νέα δεδομένα. Αυτό έκαναν πάντα οι άνθρωποι από γεννήσεως κόσμου, αυτό θα κάνουμε κι εμείς.

Αναδημοσίευση απο το περιοδικό Ser-Free, τ.56, Ιουλιος 2020

Αφού η αστρολογία δεν προέβλεψε τον κορονοϊό, ποιος την εμπιστεύεται ακόμα;

Διαβάζω σήμερα άρθρο στην Μηχανή του Χρόνου στο οποίο λέει ότι η αστρολογία βρίσκεται "εκτεθειμένη" λόγω κορονοϊού, καθώς οι αστρολόγοι δεν μπόρεσαν να προβλέψουν την επιδημία (τι έκπληξη!)

Παρόλο λοιπόν που οι αστρολόγοι παγκοσμίως έκαναν στην αρχή του έτους προβλέψεις για μια υπέροχη χρονιά, τελικά τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα ανακοίνωσαν. Πολλοί τώρα, δημοσιογράφοι και χρήστες του ίντερνετ, επιτίθενται φραστικά στους αστρολόγους που έπεσαν τόσο έξω, οι οποίοι τα γυρνούν από εδώ, τα γυρνούν από εκεί, μπας και σώσουν κάπως την κατάσταση.

Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με το άρθρο της Μηχανής του Χρόνου, ο κόσμος από τη στιγμή εμφάνισης της πανδημίας έχει στραφεί ακόμα περισσότερο στις αστρολογικές προβλέψεις και δείχνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον σε σχέση με πριν.

Συνεχίζει να μου κάνει εντύπωση ο τρόπος που αντιδρούν οι άνθρωποι μπροστά στα γεγονότα που τους διαταράσσουν τη ζωή. Η ανάγκη για ερμηνεία μιας κατάστασης είναι πολύ ισχυρότερη από την απλή λογική, η οποία προφανώς λέει ότι αν η αστρολογία ήταν έγκυρη και άξια εμπιστοσύνης, θα είχε μάλλον προβλέψει κάτι τόσο σπουδαίο όπως μια παγκόσμια επιδημία.

Δυο ηθικά διδάγματα μπορούν να προκύψουν από αυτό. Πρώτον, ότι όσο δε διαβάζουμε, δεν μορφωνόμαστε, δεν φροντίζουμε να αποκτήσουμε αντίληψη, έχουμε τόσο περιορισμένο πνευματικό πεδίο που προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τη ζωή μέσω αστρολογίας και θεωριών συνομωσίας. Δεύτερον, επειδή το πρώτο δε θα αλλάξει ποτέ, ελάτε όλοι να γίνουμε αστρολόγοι! Πελατεία θα υπάρχει πάντα!

Η απαξίωση των καλλιτεχνών (για άλλη μια φορά)

Τώρα που η καραντίνα έληξε και η οικονομική ζωή της χώρας ετοιμάζεται για την επανεκκίνηση της, έρχεται στο προσκήνιο ένα άλλο θέμα: τι θα απογίνουν οι καλλιτέχνες με θέατρα κλειστά και χωρίς συναυλίες; Και τι θα απογίνουν και όλοι αυτοί που περίμεναν έσοδα από τους δίσκους τους, τις ταινίες τους, τα βιβλία τους; Η απουσία κρατικής μέριμνας από τη μια και η αδυναμία του κόσμου για αγορές από την άλλη δείχνει για άλλη μια φορά -πιο έντονα από ποτέ- τη γνωστή αλήθεια: οι καλλιτέχνες δεν αντιμετωπίζονται ως πραγματικοί εργαζόμενοι, αλλά ως χομπίστες, ως άνθρωποι που δεν κάνουν κάτι αρκετά σημαντικό ώστε να πρέπει να πληρωθούν γι' αυτό - και μάλιστα να πληρωθούν τόσο ώστε να μπορούν να ζουν από τη δραστηριότητα τους χωρίς να χρειάζεται να κάνουν άλλη δουλειά.

Τι είναι άραγε αυτό που κάνει τη δουλειά των καλλιτεχνών να φαίνεται λιγότερο σημαντική από τη δουλειά του σερβιτόρου, του εργάτη, του δικηγόρου, του πωλητή ρούχων; Να φταίει μήπως που δεν είναι χειροπιαστή; Ίσως να υπάρχει μια αμφισβήτηση για κάτι που δεν μπορούμε πάντα να αγγίξουμε, για κάτι που εμπεριέχει περισσότερο ιδέα και λιγότερο ύλη.  Να φταίει μήπως που δεν είναι αναγκαία για την επιβίωση μας; Προφανώς, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι ένας πατατοπαραγωγός, για παράδειγμα, είναι απαραίτητος στη σημερινή κοινωνία, ένας σκηνοθέτης όχι. Να φταίει μήπως πως ένας καλλιτέχνης δεν προσφέρει άμεση λύση για κάτι, όπως, για παράδειγμα, ένας γιατρός ή ένας μεσίτης ή ένας επιπλοποιός; Ή μήπως υπάρχει η άποψη ότι ο καλλιτέχνης γουστάρει τόσο πολύ αυτό που κάνει και νιώθει τόσο έντονη την ανάγκη να το κάνει που τα χρήματα είναι το τελευταίο πράγμα που τον ενδιαφέρει;

Ναι, ίσως στη σκέψη του κόσμου να ισχύουν όλα αυτά. Οπότε φτάνουμε στο πραγματικό ερώτημα: σε τι χρειάζεται η τέχνη και κατά πόσο είναι αναγκαία για τον άνθρωπο και την κοινωνία. Είναι πολυτέλεια ή ανάγκη;

Προφανώς και η τέχνη δε χρειάζεται σε τίποτα απολύτως, όταν οι μέγιστες αξίες μιας κοινωνίας είναι να έχεις καλό κινητό, γρήγορη σύνδεση στο ίντερνετ, ωραία ρούχα και μερικά επιπλέον λεφτά για να πας διακοπές το καλοκαίρι. Η ύλη, η εικόνα και η καλοπέραση είναι το παν. Η τέχνη προσκρούει ακριβώς πάνω σε αυτό το δόγμα. Η τέχνη μας υπενθυμίζει ότι υπάρχει και κάτι άλλο. Είμαστε όμως διατεθειμένοι να ψάξουμε αυτό το άλλο; Αν σκεφτεί κανείς τον τρόπο που ζούμε, μάλλον όχι.

Σε μια κοινωνία που η τέχνη θα αντιμετωπιζόταν ως αναγκαία, οι πολίτες θα ήταν σκεπτόμενοι, πιο ώριμοι, πιο συνειδητοποιημένοι. Θα φρόντιζαν περισσότερο για το πνεύμα τους και θα είχαν καταστραφεί ίσως σε μικρότερο βαθμό από την οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας. Θα ερμήνευαν καλύτερα τα γεγονότα, θα είχαν ευρύτερη αντίληψη, θα ασπάζονταν πιο δύσκολα θεωρίες συνομωσίας.

Εμείς δεν είμαστε μια τέτοια κοινωνία. Η απαξίωση των καλλιτεχνών αποδεικνύει απλώς πόσο πιο σημαντική θεωρούμε την ύλη από το πνεύμα, το ότι προτιμούμε να έχουμε πράγματα γύρω μας από το να αναζητήσουμε πράγματα μέσα μας. Δεν είναι έκπληξη λοιπόν αυτό που γίνεται με τους καλλιτέχνες - όπως δεν αποτελούν έκπληξη και πολλά από αυτά που μας συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια.

Όχι, δε θα μας κάνει καλύτερους ανθρώπους η πανδημία

Κάθε φορά που συμβαίνουν συγκλονιστικά γεγονότα σε πανελλαδικό ή παγκόσμιο επίπεδο (πυρκαγιές, φυσικές καταστροφές, πανδημίες καλή ώρα) το πρώτο πράγμα που παρατηρώ είναι ο τρόπος με τον οποίο σοκάρεται ο κόσμος. Όχι το ότι αναστατώνεται ή ταράζεται ή στεναχωριέται -αυτό είναι και το αναμενόμενο εξάλλου- αλλά το ότι αντιδρά σαν να συμβαίνει κάτι πρωτοφανές και άνευ προηγουμένου.

Η ιστορία της ανθρωπότητας βέβαια μας έχει αποδείξει ότι έχουν συμβεί λίγο-πολύ τα πάντα και μάλιστα έχουν συμβεί και πολύ χειρότερα τα προηγούμενα χρόνια. Αλλά αυτή είναι η φύση του ανθρώπου: να ζει σχετικά αμέριμνος -άρα και απροετοίμαστος για τις μεγάλες τραγωδίες- διαφορετικά θα είχε πάθει πιθανότατα μόνιμη κατάθλιψη για το εύθραυστο της ανθρώπινης ζωής.

Ομοίως, και τώρα που ξέσπασε η παγκόσμια επιδημία του κορονοϊού, οι άνθρωποι προσπαθούν να πιαστούν απ' ό,τι μπορούν για να ερμηνεύσουν τη νέα κατάσταση πραγμάτων, να της δώσουν νόημα, να βγουν -όσο είναι αυτό δυνατόν- αλώβητοι από αυτήν. Άλλοι το ρίχνουν στις θεωρίες συνομωσίας, άλλοι κινδυνολογούν για όσα θα έρθουν, ενώ άλλοι πιστεύουν πως θα βγει κάτι θετικό από όλο αυτό.

Από όλες αυτές τις κατηγορίες, αγαπώ αυτούς τους τελευταίους, τους συναισθηματικούς. Αυτοί, λοιπόν, έχουν γεμίσει τα social media με μηνύματα, λουλουδάτες εικόνες και ρητά που ξεχειλίζουν από αισιοδοξία και καλή διάθεση για το πόσο ωραία θα είναι όλα όταν βγούμε από την καραντίνα.

Βέβαια, για κάποιο λόγο αυτοί οι συναισθηματικοί είναι παράλληλα και φουλ ενοχικοί. Πιστεύουν ότι ο λόγος που θα είναι όλα ωραία όταν βγούμε από την καραντίνα είναι γιατί μέχρι τώρα ακολουθούσαμε έναν πολύ κακό τρόπο ζωής και ήρθε η πανδημία για να μας διδάξει κάποια πράγματα. Θεωρούν ότι ο κορονοϊός είναι η σκληρή απάντηση στο πώς ζούσαμε ως τώρα, στο ότι με τα κινητά μας απομακρυνθήκαμε μεταξύ μας και χάσαμε την πραγματική επαφή, ότι τρέχοντας ιλιγγιωδώς να προλάβουμε τις δουλειές μας χάναμε τη ζωή μας, ότι αδιαφορούσαμε μέχρι τώρα για τον συνάνθρωπο μας, ότι ήρθε η ώρα να κάνουμε την αυτοκριτική μας, συνεπώς από όλη αυτήν την κατάσταση θα βγούμε καλύτεροι άνθρωποι.

Θα ήταν όντως πολύ ωραίο αν κάπου κάπου είχε την ευκαιρία ο άνθρωπος να ελαττώνει ταχύτητα και να σκέφτεται τον τρόπο ζωής του, να κάνει απολογισμό των πράξεων του, να βελτιώνεται, να διορθώνει τα λάθη του και να συνεχίζει. Και θα ήταν ακόμα πιο ωραίο αν μετά την καραντίνα ξεχυνόμασταν στους δρόμους, αγκαλιαζόμασταν με αγάπη, αρχίζαμε να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον και γινόμασταν όλοι υποδειγματικοί άνθρωποι και πολίτες. Μόνο που αυτό δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί.

Επιδημίες σαν κι αυτήν που ζούμε τώρα προηγήθηκαν άπειρες και πολύ πιο θανατηφόρες. Και όχι μόνο επιδημίες: έχουν συμβεί αμέτρητοι πολύνεκροι πόλεμοι, φυσικές καταστροφές και κάθε είδους κατάσταση που έβγαλε τον άνθρωπο εντελώς έξω από το συνηθισμένο του πλαίσιο. Και προφανώς όλες αυτές τις φορές σοκαρίστηκαν όλοι με τον ίδιο τρόπο και ένιωσαν την επιθυμία να γίνουν καλύτεροι. Βελτιώθηκε όμως όντως η ανθρωπότητα; Κάθε καταστροφή μας κάνει ολοένα και καλύτερους;

Χμ, ασφαλώς και όχι. Η ίδια η ιστορία μάς αποδεικνύει ότι κάνουμε κύκλους κι ότι ο άνθρωπος αδυνατεί να μάθει από τα λάθη του, είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό επίπεδο. Αυτά που διαβάζουμε ότι συνέβαιναν πριν από χιλιάδες χρόνια, συμβαίνουν και τώρα ίδια και απαράλλαχτα.

Όχι, η επιδημία και η καραντίνα δεν είναι ευκαιρίες για ενδοσκόπηση. Ούτε μπορούμε σε σαράντα μέρες να μάθουμε να εκτιμούμε πράγματα για τα οποία δείχναμε αδιαφορία σε όλη μας τη ζωή. Εξάλλου, η φύση δε δίνει ευκαιρίες, απλώς πορεύεται. Και οι αρρώστιες απλώς συμβαίνουν. Το κόστος για εμάς είναι μεγάλο, αλλά το σύμπαν προφανώς αδιαφορεί.

Και τότε τι είναι η καραντίνα; Μια τρικλοποδιά που μας έριξε κάτω. Θα ξανασηκωθούμε, όχι από ψυχική δύναμη, αλλά επειδή ο άνθρωπος αυτό ξέρει να κάνει, αυτό έχει μέσα του ως απαραίτητο στοιχείο για την επιβίωση του, να πέφτει και να σηκώνεται και να συνεχίζει να περπατά. Είτε κουτσαίνοντας είτε πονώντας είτε με βήμα αγέρωχο. Απλώς συνεχίζουμε.