Κι αν ήταν το διάβασμα της μόδας;

Κυκλοφορεί αυτές τις μέρες μια ωραία διαφήμιση της Vodafone CU στην οποία ένας νεαρός ψάχνει μια κοπέλα που έχασε το κινητό της, την ψάχνει παντού, μέχρι που σε κάποια στιγμή μπουκάρει και σε μια βιβλιοθήκη και ξεφυλλίζει την "Πολιτεία" του Πλάτωνα. Αφενός ξαφνιάστηκα τρομερά από την επιλογή των διαφημιστών να εντάξουν σε ένα τόσο φρέσκο και νεανικό σποτ ένα βιβλίο και μάλιστα τόσο βαθυστόχαστο όσο αυτό του Πλάτωνα. Αφετέρου σκέφτηκα: κι αν ήταν το διάβασμα της μόδας;

Οι Έλληνες δε διαβάζουν λογοτεχνία -όχι στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον. Και πολλοί από αυτούς που διαβάζουν προτιμούν τα εύπεπτα των 500 σελίδων που αβασάνιστα τα ξεπετάς σε ένα διήμερο. Να μη μιλήσω για ποίηση ή για φιλοσοφία. Οι λόγοι που δε διαβάζουμε πολύ είναι άπειροι. Μπουχτίσαμε από το πολύ διάβασμα του σχολείου; Τσιγκουνευόμαστε τα λεφτά για βιβλία; Δε θέλουμε να βάλουμε το μυαλουδάκι μας να κουραστεί λίγο παραπάνω; Μας παρασέρνει η τηλεόραση;

Αλλά ίσως είναι και κάτι άλλο: το διάβασμα δεν είναι της μόδας. Τα χρόνια της ευμάρειας που προηγήθηκαν ανήγαγαν σε απόλυτο modus vivendi την κατοχή των υλικών αγαθών, τη μόδα, τα ωραία σπίτια και τα ακριβά αυτοκίνητα, τα μοδάτα ρολόγια, τα μπουζούκια και τα μπαρ. Μιλάμε για μια νοοτροπία που σχετίζεται καθαρά με την ωραία εικόνα και το χρήμα. Σε μια τέτοια κατάσταση δε χωρούνε ούτε βιβλία ούτε πνευματικές αναζητήσεις. Αντιθέτως, το να είσαι άνθρωπος του πνεύματος -ό,τι κι αν σημαίνει αυτό- ταυτίστηκε περισσότερο με κάτι παρωχημένο και ελιτίστικο.

Και ξαναλέω: αν γινόταν το διάβασμα της μόδας; Αν το να διαβάζεις πολλά και καλά βιβλία παρουσιαζόταν ως η νέα τάση, όπως ακριβώς έγινε στο παρελθόν με τα ρούχα και τα αυτοκίνητα; Αν τα περιοδικά, οι διαφημίσεις, η τηλεόραση προέβαλαν ένα τέτοιο πρότυπο; Βέβαια, δεν είναι δουλειά δική τους να καλλιεργήσουν πνευματικά τον μέσο Νεοέλληνα, αλλά αναρωτιέμαι πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα. Θα είχαμε αυτομάτως ένα έθνος πιο μορφωμένο, πιο ανοιχτόμυαλο, πιο ώριμο.

Εντάξει, θα ήθελε πάρα πολύ δουλειά για να γίνει κάτι τέτοιο. Αλλά και πάλι, ο Πλάτωνας στη διαφήμιση της Vodafone μού γεννά μια αισιοδοξία.

Τώρα που μας έπιασε ο πόνος για το μακεδονικό

Οι εξελίξεις που συμβαίνουν τελευταία στη χώρα μας σχετικά με το Μακεδονικό είναι από λυπηρές έως επικίνδυνες, δεν αμφιβάλλει κανείς για αυτό. Το αν η συμφωνία για το όνομα θα επιφέρει οριστική επίλυση της έντασης μεταξύ των δύο χωρών ή αν θα φανεί μοιραία για εμάς, θα το δείξει, καλώς ή κακώς, η ιστορία. Οι αντιδράσεις μας όμως για όσα συμβαίνουν δείχνουν λαό ώριμο και σκεπτόμενο ή είναι ανόητες;

Καταρχάς, λίγο αργά δε θυμηθήκαμε να στεναχωρηθούμε για τη Μακεδονία; Ήδη από τις αρχές του '90 πάνω από 140 χώρες έχουν αναγνωρίσει την γείτονα μας χώρα ως Δημοκρατία της Μακεδονίας. Δε φάνηκε να μας πειράζει αυτό. Όταν έστηναν αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και καλλιεργούσαν ολόκληρη προπαγάνδα, δεν είδα κανένα status στο fb ούτε κανένα συλλαλητήριο.

Και φυσικά αυτό δεν είναι καινούργιο. Η προπαγάνδα για να καλλιεργηθεί εθνική μακεδονική συνείδηση στους Σκοπιανούς ξεκίνησε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο! Δε νομίζω ότι όλα αυτά τα χρόνια αντέδρασε ποτέ κάποιος.

Και για όποιον θα ήθελε να ψάξει σε σοβαρές πηγές και σε βίντεο, θα πληροφορούνταν ότι το 1993 ο Αντώνης Σαμαράς πρότεινε το όνομα "Μακεδονία" -σκέτο, χωρίς άλλον προσδιορισμό- και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης το "Βόρεια Μακεδονία"! Συνεπώς, δεν είναι έργο του ενός πολιτικού ή μιας κυβέρνησης η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα σχετικά με το μακεδονικό. Ούτε ξέρουμε πώς θα εκτροχιάζονταν τα πράγματα αν δε συμφωνούσαμε τώρα έστω στο "Βόρεια Μακεδονία".

Αλλά εμείς λίγο ενδιαφερόμαστε για αυτά. Εμείς θέλουμε να θυμώσουμε, να φωνάξουμε, να καταραστούμε. Θέλουμε να μεθύσουμε από εθνικιστικό παροξυσμό. Οι περισσότεροι από αυτούς που διαμαρτύρονται σε πορείες ή στα social media δεν έχουν ιδέα από ιστορία, δεν έχουν φροντίζει να ενημερωθούν από πουθενά, δεν μπορούν καν να παραθέσουν λογικά επιχειρήματα σε μια νηφάλια συζήτηση.

Δεν έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε και να ενεργούμε με τη λογική ως έθνος. Είμαστε τόσο απελπισμένοι (έτσι ήμασταν πάντα;) που το μόνο που κάνουμε είναι να αρπαζόμαστε από σύμβολα. Μακεδονία! Παρθενώνας! Μέγας Αλέξανδρος! Περικλής! Όμηρος! Ορθοδοξία! Όλα μπουρδουκλωμένα στο μυαλό μας και όλα ανάκατα. Τόσο μπουρδουκλωμένα μάλιστα ώστε να ποστάρουμε στο fb το κεφάλι του αγάλματος του Δαυίδ και να το πασάρουμε για Μεγαλέξανδρο.

Όσο παραμένουμε ανιστόρητοι, όσο ψηφίζουμε λάθος άτομα, όσο μας ενδιαφέρει μόνο πώς θα κάνουμε καλή ζωή για να το παίζουμε μούρη στο fb, αυτή θα είναι η τύχη μας ως έθνος και ως χώρα.

Μερικές σκέψεις με αφορμή την ταινία Serpico

Ο Serpico είναι ένα σκληρό μπατσόνι, αλλά τίμιο, τόσο τίμιο που δεν ανέχεται ούτε τις ατιμίες των συναδέλφων του. Προσπαθεί απεγνωσμένα να πατάξει την διαφθορά που υπάρχει στους κύκλους της αστυνομίας, και στην προσπάθεια του αυτή γίνεται αντιπαθής από όλους, κινδυνεύει η ζωή του, η προσωπική του ζωή γίνεται άνω-κάτω. Α και τρώει και μια σφαίρα στη μούρη στην αρχή της ταινίας.

Όση ώρα έβλεπα τον Serpico δεν ήξερα αν έπρεπε να τον θαυμάσω ή να γελάσω. Αν θα έπρεπε να τον θεωρήσω ως τον μεγαλύτερο ήρωα της σύγχρονης κοινωνίας ή ως τον μεγαλύτερο βλάκα.

Βλέπεις, όλοι μας, κάπου εκεί μετά τα 20s, περνάμε μια φάση "Serpico". Μέχρι να φτάσουμε σε αυτή τη φάση, μεγαλώνουμε ιδανικά. Από το σπίτι και από το σχολείο ακούμε για δικαιοσύνες, αξιοκρατίες, τώρα τελευταία -μετά από πολλές διεφθαρμένες κυβερνήσεις- προέκυψαν και οι διαφάνειες. Όλα είναι ροζ και ωραία σαν ζαχαρωτά και εμείς είμαστε τόσο αθώοι και ονειροπόλοι και θαρραλέοι και δε συμμαζεύεται.

Μετά κάποια στιγμή καταλαβαίνουμε ότι απατηθήκαμε και ότι ο κόσμος δεν είναι έτσι όπως μας τον έταξαν και κλαίμε πικρά. Και τότε αρχίζει η φάση "Serpico", το μεγαλύτερο δίλημμα των 20s: να μείνω με τα μυαλά που κουβαλώ ή να αλλάξω; Να μείνω τίμιος ή να πάω με το ρεύμα; Υπάρχει ηθική και ακεραιότητα ή όλα είναι μούφες;

Κι αν μείνω τίμιος, μπορώ να είμαι ο μόνος τίμιος ανάμεσα στους ανέντιμους; Η κοπέλα του Serpico του λέει μια ιστορία: σε ένα βασίλειο υπήρχε ένα πηγάδι από όπου όλοι έπιναν νερό. Ένα βράδυ μια μάγισσα δηλητηρίασε το πηγάδι και όσοι ήπιαν τρελάθηκαν. Ο μόνος που δεν ήπιε ήταν ο βασιλιάς. Ο λαός όμως είχε εξαγριωθεί που ο βασιλιάς τους ήταν τρελός. Έτσι, αποφάσισε κι αυτός να πιει από το πηγάδι και ο λαός ήταν τρισευτυχισμένος που ο βασιλιάς είχε ξαναβρεί τα λογικά του.

Τελικά, αργά ή γρήγορα καταλαβαίνεις ότι όλα είναι μούφες. Αλλά μετά στο χέρι σου είναι αν θα παραμείνεις Serpico ή όχι. Τουλάχιστον στην πρώτη περίπτωση μπορεί να καταλήξεις κινηματογραφικός ή λογοτεχνικός ήρωας. Ε, κάτι είναι κι αυτό.  

Οι (ευσυνείδητοι) οδηγοί και οι (ασυνείδητοι) πεζοί

Περπατώντας στους δρόμους της πόλης τον τελευταίο καιρό διαπίστωσα το εξής: όλο και περισσότεροι οδηγοί σταματούν για να περάσει γονιός με το καρότσι του παιδιού του, σε τόσο μεγάλο βαθμό μάλιστα που κοντεύει να γίνει κανόνας. Θα μου πεις βέβαια, αυτονόητο δεν είναι; Θα πρέπει να τους δώσουμε και τα εύσημα; Σε μια κοινωνία που η κακή οδηγική συμπεριφορά έχει παράδοση, ναι, λέω να τους δώσουμε τα εύσημα.

Οι πάντες -οδηγοί και πεζοί- βρίζουν τους οδηγούς. Και καλά κάνουν δηλαδή, γιατί η αλήθεια είναι ότι όσοι έχουν αυτοκίνητο τείνουν να παρκάρουν σε διαβάσεις, ράμπες και θέσεις ατόμων με ειδικές ανάγκες, να διπλοπαρκάρουν και να δυσκολεύουν την κυκλοφορία ή ακόμα και να παίρνουν το αυτοκίνητο τους για ψύλλου πήδημα επιτείνοντας έτσι το κυκλοφοριακό χάος.

Τα τελευταία όμως δέκα χρόνια που οδηγώ πλέον κι εγώ διαπίστωσα με έκπληξη το εξής: δεν είναι μόνο οι οδηγοί που δεν ξέρουν να συμπεριφέρονται, είναι και οι πεζοί -για να μην πω κυρίως οι πεζοί. Ακριβώς επειδή βρίσκονται σε μειονεκτική θέση -με την έννοια ότι σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση σίγουρα ο πεζός θα είναι ο …χαμένος-, θεωρούν αυτονόητο ότι οι οδηγοί πρέπει να τους προσέχουν, γιατί αν τους χτυπήσουν πολύ απλά θα τους στείλουν στο νοσοκομείο! Με αυτό το σκεπτικό (γιατί προφανώς αυτό είναι το σκεπτικό, δεν μπορώ να βρω άλλη λογική εξήγηση), κάνουν ό,τι γουστάρουν: περπατούν σε μέση ενός μη πολυσύχναστου δρόμου, διασχίζουν πολύ αργά το δρόμο, πετάγονται απέναντι ακόμα κι αν το φανάρι τους είναι κόκκινο επειδή θεωρούν ότι το αυτοκίνητο βρίσκεται ακόμα μακριά, κάνουν κατάχρηση του κανόνα ότι τα αυτοκίνητα πρέπει να σταματούν στις διαβάσεις και περνούν απέναντι από όποιο σημείο τους καπνίσει.

Σαν να μην έφταναν οι πεζοί, πλέον υπάρχουν και τα ποδήλατα (τα οποία αυξήθηκαν λόγω κρίσης και λόγω …μόδας), τα οποία πηγαίνουν αντίθετα σε μονόδρομους, πορεύονται στη μέση του δρόμου και παραβαίνουν γενικά τον ΚΟΚ επειδή "είναι ποδήλατα" οπότε οκ, δεν πειράζει. Και σαν να μην έφταναν τα ποδήλατα ήρθαν και οι γονείς με τα καρότσια που ούτε διαβάσεις τηρούν και πολλές φορές δεν πηγαίνουν καν από το πεζοδρόμιο.

Δε φταίνε μόνο οι οδηγοί για ό,τι συμβαίνει στους δρόμους. Ούτε πάσχουν μόνο οι οδηγοί από έλλειψη παιδείας. Από έλλειψη παιδείας πάσχουμε όλοι μας, αυτό πια κάνει μπαμ από μακριά. Σε τελική ανάλυση όμως το θέμα είναι το εξής: αν θέλουμε να μας σέβονται οι οδηγοί, θα πρέπει κάποια στιγμή επιτέλους να αρχίσουμε να τους σεβόμαστε κι εμείς.

Γιατί το έγκλημα της 22χρονης είναι κοινωνικό και όχι προσωπικό

Κοιτάζοντας ξανά και ξανά την υπόθεση της 22χρονης -που κράτησε κρυφή την εγκυμοσύνη της από όλους, γέννησε στην μπανιέρα και άφησε το μωρό της στον ακάλυπτο μέχρι που πέθανε- και προτού λιθοβολήσουμε την κοπέλα ως αναμάρτητοι, πρέπει πρώτα να καταλάβουμε ότι το έγκλημα αυτό δεν είναι προσωπικό, το έγκλημα είναι κοινωνικό.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κάνεις το σωστό και πολλοί το λάθος και η κοπέλα κατέληξε τελικά να τα κάνει όλα λάθος, αυτό είναι δεδομένο, δεν υπάρχει ένσταση ως προς αυτό. Ωστόσο, κανείς δε λειτουργεί ανεξάρτητα από την κοινωνία μέσα στην οποία μεγάλωσε και ζει, οπότε και η κοπέλα αυτή -πέρα από το προφανές λάθος και έγκλημα που διέπραξε- δεν είναι κατά κάποιον τρόπο θύμα των κοινωνικών περιστάσεων;

Διαβάζοντας κανείς ολόκληρη την απολογία της (η οποία υπάρχει εδώ: lifo), δεν μπορεί παρά να εντοπίσει μια σωρεία λαθών από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον -η εγκατάλειψη του βρέφους στον ακάλυπτο δεν είναι παρά το κερασάκι στην τούρτα. Πόσο πολύ φοβόταν άραγε η κοπέλα την μητέρα της και δεν έβρισκε το θάρρος να της πει ότι είναι έγκυος; Τι αγωγή έλαβε αυτή η κοπέλα από το σπίτι ώστε να θεωρεί ότι δεν μπορεί να απευθυνθεί στην μητέρα της σε ένα ενδεχόμενο πρόβλημα; Για ποιο λόγο οι γονείς της, αν και χωρισμένοι, δε φρόντισαν να έχουν στενότερη επαφή με το παιδί τους και ο πατέρας ήταν πλέον οριστικά απών;

Από πόσο μεγάλη έλλειψη αυτοπεποίθησης έπασχε η κοπέλα -η οποία δηλώνει ότι είναι ευτραφής και όχι ιδιαίτερα εμφανίσιμη- ώστε δέχτηκε να έρχεται σε επαφή με τον σύντροφο της χωρίς προφύλαξη, γιατί αλλιώς φοβόταν ότι θα τη χωρίσει; Και γιατί υπάρχουν ακόμα άντρες που πιέζουν τις κοπέλες τους να έρχονται σε επαφή χωρίς προφυλάξεις; Το ότι η κοπέλα δέχτηκε δείχνει απλή ανοησία εκ μέρους της ή έλλειψη ενημέρωσης; Δε δείχνει αυτό πάντως ότι επιβάλλεται να υπάρχει μάθημα σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία; Και για ποιο λόγο, στην τελική, φαίνεται υπεύθυνη για ό,τι έγινε μόνο η κοπέλα και όχι και το αγόρι που διέκοψε κάθε επαφή μαζί της μόλις έμαθε ότι είναι έγκυος;

Το ότι δεν ανέτρεξε σε κάποιον οργανισμό υποστήριξης για ανύπαντρες μητέρες ή κάτι παρόμοιο ήταν άλλη μια βλακεία εκ μέρους της ή πραγματικά δεν υπάρχει σωστή ενημέρωση από την οικογένεια, το σχολείο, τους φορείς για τέτοιες περιπτώσεις; Και γιατί ούτε η ίδια της η κολλητή δε θέλησε να τη στηρίξει; Σοκαρίστηκε άραγε τόσο πολύ από την "ανηθικότητα" και την ανευθυνότητα της;

Προτού λοιπόν καταδικάσουμε την κοπέλα, ας δούμε πρώτα σε τι είδους κοινωνία ζούμε, ώστε μια νεαρή καταλήγει να κάνει μια σειρά απίστευτων λαθών επειδή δεν ξέρει πού να απευθυνθεί και ποιον να εμπιστευτεί. Αν ήταν βέβαια μια από τις χιλιάδες γυναίκες που κάνουν έκτρωση ετησίως στην Ελλάδα, ούτε γάτα ούτε ζημιά, το πρόβλημα θα λυνόταν προτού γίνει επονείδιστο και δε θα ωρυόμασταν τότε στα social media.

Ας γίνουμε σε μια κοινωνία που είμαστε πιο ανεκτικοί, και ας μάθουμε από την άλλη να αναλαμβάνουμε και τις ευθύνες μας. Και αυτό ισχύει για όλους, ακόμα βέβαια και για την ίδια την κοπέλα, η οποία στο τέλος της απολογίας της μοιάζει να προσπαθεί να αποποιηθεί της ευθύνης της.  Δε δείχνουν πόσο πάσχουμε σαν κοινωνία; Τι άλλη απόδειξη θέλουμε;