Της Κυριακής τα ψώνια

Γνώρισα κάποτε ένα παιδί που τα τελευταία 10 περίπου χρόνια ζει στην Αγγλία. Είναι από αυτούς που θεωρούν αδιανόητες τις κακοδαιμονίες του ελληνικού κράτους, που δεν αντέχει την γραφειοκρατία, το καθισιό των υπαλλήλων στο δημόσιο, την αγένεια, τη διαφθορά και όλα αυτά τέλος πάντων που ταλανίζουν τον Έλληνα στην καθημερινότητα του. Κοντολογίς η Αγγλία τού έκατσε κουτί. Για έναν χρόνο επέστρεψε κάποια στιγμή στην Ελλάδα και ξαναέφυγε πίσω τρέχοντας.

Το παιδί λοιπόν αυτό είχε την εξής καταναλωτική συμπεριφορά: έκανε έρευνα αγοράς για όλα τα προϊόντα που επρόκειτο να αγοράσει και έπαιρνε πάντα το φθηνότερο. Από το ένα σούπερ μάρκετ αγόραζε, για παράδειγμα, τα αναψυκτικά και από το άλλο το αλεύρι. Και ούτω καθεξής. Ασφαλώς βέβαια δεν επρόκειτο για τσιγκουνιά, γιατί η βενζίνη που ξόδευε για να πάει σε όλα αυτά τα καταστήματα προκειμένου να ολοκληρώσει τα ψώνια του ήταν περισσότερη από το κέρδος των προϊόντων. Γιατί το έκανε λοιπόν; Για να ασκήσει εμπάργκο στα προϊόντα που εξαπατούσαν τον καταναλωτή και να στηρίξει αυτά που είχαν τις πιο καλές τιμές.

Προσπαθώ να φανταστώ Έλληνες να το κάνουν αυτό, αλλά η εικόνα δε μου κολλάει με τίποτα. Φυσικά και εμείς τρέχουμε από το ένα σούπερ μάρκετ στο άλλο, αλλά προκειμένου να ακολουθήσουμε τις προσφορές που διαφημίζουν όλη μέρα στην τηλεόραση, όχι για να κατευθύνουμε ή να πιέσουμε την αγορά προς το δικό μας συμφέρον. Από τη στιγμή που αγοράζω έστω ένα προϊόν σε προσφορά, τι με νοιάζει για τα άλλα; Τέτοιοι είμαστε.

Κυριακή λοιπόν και τα καταστήματα ανοιχτά. Καταστηματάρχες γεμίζουν αναρτήσεις ότι δεν πρέπει η αγορά να είναι ανοιχτή την Κυριακή, ότι η Κυριακή είναι ό,τι απέμεινε από τα δικαιώματα των εργαζομένων και δεν πρέπει να χαθεί κι αυτό και άλλα παρόμοια. Και τελικά τι γίνεται στη αγορά; Της μουρλής. Όλοι ψωνίζουν μανιωδώς λες και άλλες μέρες δεν είναι τα καταστήματα ανοιχτά, σαν να είναι αυτή η τελευταία τους ευκαιρία για ψώνια.

Αυτή λοιπόν είναι η καταναλωτική ασυνειδησία του Έλληνα. Σου λέει αγορά ανοιχτή, θα κάνω τα ψώνια μου, τη βόλτα μου, θα πιω τον καφέ μου, θα πάω στην ταβέρνα μου, αν έχει και καλό καιρό θα περάσω σούπερ. Τα πάντα για τον Έλληνα είναι ευκαιρία για έξοδο και καλοπέραση. Κυριολεκτικά τα πάντα.

Είναι κακό αυτό; Όχι απαραίτητα. Όμως εδώ που φτάσαμε ως κράτος, ως κοινωνία και ως εθνική οικονομία θα έπρεπε να έχουμε μάθει ότι υπάρχουν κάποια πράγματα που είναι υπεράνω της καλοπέρασης μας. Και πως πέρα από άνθρωποι που έχουμε το δικαίωμα να διασκεδάσουμε, είμαστε και πολίτες που απαρτίζουν μια κοινωνία που πλήττεται.