Sam Mendes: ο αιώνιος σκηνοθέτης του "American Beauty"

Τελειομανής, προσεκτικός, με έμφαση στη λεπτομέρεια, ο σκηνοθέτης που μας συστήθηκε με το "American Beauty" και μας κράτησε ζωντανό το ενδιαφέρον με τις επόμενες ταινίες του, γεννήθηκε την 1η Αυγούστου του 1953.

 

Ο Sam Mendes είναι ειδική περίπτωση σκηνοθέτη, κι αυτό γιατί κατάφερε αυτό που δεν έχουν πετύχει παρά ελάχιστοι σκηνοθέτες στην ιστορία του κινηματογράφου: έκανε πάταγο από την πρώτη του κιόλας ταινία. Το 1999 ήταν η χρονιά του "American Beauty": βραβεία, Όσκαρ, αποθεωτικές κριτικές -και όχι άδικα. Ο Mendes με την πρώτη του αυτή σκηνοθετική δουλειά κατάφερε να κερδίσει κοινό και κριτικούς, να μας χαρίσει ένα αριστούργημα και να δώσει ένα πολύ ξεχωριστό σκηνοθετικό στίγμα.

Έκτοτε, μας έδωσε άλλες έξι ταινίες, όλες ενδιαφέρουσες, όλες μαεστρικά σκηνοθετημένες, όλες άξιες λόγου: "Road to perdition", "Jarhead", "Revolutionary Road", "Away We Go" και φυσικά οι ταινίες James Bond "Skyfall" και "Spectre" που τον έφεραν δυναμικότερα από ποτέ στο επίκεντρο.

Αν έπρεπε να αποδώσουμε ένα επίθετο για κάθε σκηνοθέτη, για τον Mendes νομίζω θα διαλέγαμε το εξής: τελειομανής. Ο Mendes για κάθε του ταινία δημιουργεί ένα μικρό σύμπαν, στο οποίο τοποθετεί πολύ προσεκτικά ένα-ένα τα κομμάτια της κάθε σκηνής μέχρι να μας παραδώσει ένα άψογο αποτέλεσμα, χωρίς ψεγάδια, χωρίς ατέλειες, χωρίς παραφωνίες.

Ωστόσο, ο Sam Mendes παραμένει μέχρι σήμερα ο σκηνοθέτης του "American Beauty" -καμιά από τις υπόλοιπες ταινίες του δεν κατάφερε να φτάσει -πολύ περισσότερο να ξεπεράσει- το καλλιτεχνικό επίπεδο αυτής της πρώτης. Γιατί μπορεί η αρτιότητα να είναι το ζητούμενο του για κάθε του ταινία, όμως στο "American Beauty" είχε προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα.

Αν η πρώτη του αυτή ταινία έφτασε να είναι η πιο πολυσυζητημένη του 1999 και κάτοχος πέντε Όσκαρ αυτό μάλλον οφείλεται -μεταξύ άλλων- στην καθαρή της ατμόσφαιρα. Το σύμπαν του "American Beauty" είναι τόσο τακτοποιημένο, τόσο καλοστημένο, που καταντάει ψυχρό και αποστειρωμένο, σχεδόν ψυχαναγκαστικό. Όμορφα πλάνα, καλοσυγυρισμένα δωμάτια, προσεκτικές κινήσεις των ηρώων, τάξη και απλότητα. Η αίσθηση αυτή που αποπνέει η ταινία ταιριάζει υπέροχα με τον κυνισμό των ηρώων και από την άλλη, κατά έναν ειρωνικό τρόπο, έρχεται κόντρα στα θυελλώδη συναισθήματα των χαρακτήρων της και στα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα που διαπραγματεύεται το φιλμ.

Ο Mendes μάς δίνει μια πολύ δυνατή ιστορία, αλλά δε φωνάζει για αυτήν. Μας ταρακουνάει, αλλά το κάνει με έναν τρόπο ήρεμο, πράο, αργό, σαν να σηκώνει τα χέρια ψηλά, σαν να μην ευθύνεται αυτός για τα συναισθήματα που μας δημιουργεί η ταινία. Αυτός απλώς κρατάει τα νήματα και τα πάντα κινούνται ρυθμικά από μόνα τους, σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόι.

Σε καμία από τις άλλες του ταινίες δε συναντούμε σε τόσο μεγάλο βαθμό την τακτοποιημένη αυτή απλότητα, εκτός από το "Revolutionary Road". Η πολυσυζητημένη επανένωση των Leonardo DiCaprio και Kate Winslet τους έφερε σε ένα κοινωνικό δράμα των 50s, στο οποίο οι ήρωες προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στις υπαρξιακές τους αναζητήσεις και τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Βαδίζοντας στα σκηνοθετικά χνάρια του "American Beauty" και αναπλάθοντας κάτι από εκείνη την ατμόσφαιρα, έχουμε ένα φιλμ με δυνατές ερμηνείες, άψογα πλάνα, πολύ δυνατό story. Πραγματικά, πρόκειται για μια ταινία χωρίς λάθη και χωρίς ατέλειες. Παρόλ' αυτά, δυστυχώς, η ταινία δεν πείθει, δε συγκινεί, δεν κερδίζει τις εντυπώσεις.

Ο Sam Mendes αξίζει να συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πιο χαρισματικούς σκηνοθέτες του Hollywood. Σε αυτούς που ξεχωρίζουν, σε αυτούς που έχουν το προσωπικό τους σκηνοθετικό ύφος. Ίσως όμως να ανέβασε από την αρχή τον πήχη πολύ ψηλά. Και θα θέλαμε πολύ να τον δούμε να τον φτάνει και να τον ξεπερνάει.

(Αναδημοσίευση απο το artcoremagazine.gr)