Η Ρένα Τριανταφύλλου για το "Τεθλασμένοι χρόνοι", περιοδικό vakxikon.gr

Ένα μη τεθλασμένο κείμενο της Ρένας Τριανταφύλλου για τους Τεθλασμένους Χρόνους της Χρυσάνθης Ιακώβου (Εκδ.Βακχικόν, Αθήνα, 2017)

 

…ένα νέο νόημα

μια καινούργια αρχή

και ένα τέλος,

στο ξεκίνημά τους

όλα να λιώνουν

να φεύγουν

να πεθαίνουν,

ν’ανθίζουν μόνο για μια στιγμή

τέλεια στη λάθος ώρα…

 

Οι Τεθλασμένοι Χρόνοι της Χρυσάνθης Ιακώβου εσωκλείονται θεματικά στους παραπάνω στίχους του ποιήματός της Κόσμος Πεπερασμένος. Η νέα απόπειρα γραφής της μία ολόκληρη υπαρξιακή ανησυχία, άλλοτε μία καθίζηση στη ζώσα πραγματικότητα και άλλοτε καθ’ όλα ανατρεπτική.

Μία επαναστάτρια με αιτία απέναντι στο χρόνο και το  άχρονο. Τα γραπτά της γεμάτα με “χώρους αναμονής”, στάσεις και υπομονετικές πορείες, εκεί που οι ανατροπές χωρούν παντού και πουθενά και εκεί που τα καλύτερα δεν έρχονται ή έρχονται με χρονοκαθυστέρηση… Καταδικασμένη (;) σε συμβιβασμούς ανάμεσα σε αποσιωπητικά, άνω και κάτω τελείες…

Αδάμαστη, ωστόσο, φύσει και θέσει, σε μία αέναη προσπάθεια να αυτοσυναρμολογηθεί ενώπιον του τυχαίου και μοιραίου, καταθέτει την αυτοκριτική της…

 

…τυχαίοι διαβάτες

που τολμήσαμε να διασχίσουμε

μια μέρα ωραία την άγνωστη λεωφόρο,

με ένα σακίδιο στους ώμους

και έναν ήλιο που μας έγνεφε

μέσα από τους σπασμένους καθρέφτες

ενός τοπίου αδάμαστου.

 

Ανασύροντας εικόνες παιδικότητας ωριμάζει και επαναπροσδιορίζεται. Το αναιδές πέρασμα  του χρόνου, το φθαρτό και το άφθαρτο σε νομοτελειακή αρμονία. Ολόκληρο ένα τέλειο έγκλημα…

 

Παιδικά καλοκαίρια

και ώριμα φρούτα του Αυγούστου,

μας εξαπάτησες μέσα απ’τη μνήμη και την αντοχή

ένα καλοκαίρι σαν ηλιοβασίλεμα στον ουρανό του χρόνου

και οι ανάσες των ερώτων

που μυρίζουν Δεκέμβρη.

 

Τα ποιήματά της μία καταγγελία κατά παντός υπευθύνου. Μία απόπειρα αυτογνωσίας μέσα στην πλάνη του χωροχρόνου. «Ένα πέταγμα απ΄όπου ξεπηδάνε όλα τα γενναία και όλα τα τρομακτικά». Το ξόδεμα ανάμεσα σε βολικές φωλιές και απολεσθείσες ελπίδες. Και τα όνειρα στα lost and found… Η πάλη του καλού και του καλύτερου και στην ιδεατή μέση η ανάγκη για Ζωή και όχι για επιβίωση.

 

…πηγαινοέρχεσαι

σκυφτός

αναποφάσιστος

μία ρωγμή στην απουσία των πραγμάτων…

 

Το ξόδεμα του χρόνου σε αλλεπάλληλες ασυνδετότητες. Η μάχη για ισορροπία, η ισορροπία σε θραύσματα και τα θραύσματα σε μοιραία ισορροπία. Ασυναίσθητη πορεία ή επιλογή; Γραφτό ή άγραφο; Τα «και αν…» σε καλοσχηματισμένη συγχορδία ενηλίκων συνθέτουν το τώρα. Απογύμνωμα αισθήσεων ενώπιον κάθε αναπάντητου ερωτήματος. Είσαι οι επιλογές σου ή υπάρχεις ανώριμα στα αυτοσχέδια συμπαγή σου πλαίσια;

 

…παράνομη

στα όπλα και στους τρόπους

ν’αφήνεις το ρίσκο,

εσύ

η ουσία των πραγμάτων,

να εγκαταλείπεις

ό,τι άφησες στη μέση να γίνει

μονάχο,

μην έρθεις,

να ξέρεις να στέκεσαι

στην ισορροπία του ύδατος.

Θραύσματα.

 

“Σωστά” και ασφαλή “λάθη”, απουσίες και παρουσίες και το κάθε τέλεια μελετημένο αντίθετο-αντίστροφο. Το “εύστοχο” του “λάθους”και της πλάνης, μία καλά στημένη σκηνή δράσης. Το αντικείμενο της μνήμης να παραπαίει ανάμεσα στο φόντο και το προσκήνιο… Να διακτινίζεται σε όρια αχνά. Όλα επιμελώς ατημέλητα και όλα καλώς γενόμενα μέσα στη δήθεν γραμμικότητα του χρόνου. Ο χρόνος καταλυτικός, «σχεδόν αντικείμενο επισκευής…», καταθέτει εικόνες σε κενά πλαίσια. Δίνει παράταση. Υποσκάπτει σενάρια τελειότητας. Ματαιώνει.

 

Τεθλασμένοι εαυτοί

στα μισάνοιχτα παράθυρα,

στα τρία, στα εννιά, στα εικοσιπέντε,

ποιόν να διαλέξεις…

στα είκοσι, στα εικοσιεννιά, στα τριανταδύο,

τόσες ζωές,

ποια να διαλέξεις,

τόσες εκδοχές,

τόσες θολές

αντανακλώμενες

ακαθόριστες λύσεις.

 

Μια γυναικεία ύπαρξη στην προσπάθεια να μάθει ν’ αγαπάει τη φαυλότητά της. Εκείνη που ψάχνει την καίρια θέση του ξεκάθαρου σε κάθε ατόπημα… Που αναζητά το εκτόπισμά της στο άπειρο απέναντι στον κάθε Σημαντικό Άλλο.

 

Μια διασταύρωση

ωκεανών

 κι εγώ

φτηνή

στη μέση.

Φαύλες οι ώρες,

μισές

αναπόδραστες

οι στιγμές σου.

 

Μισοτελειωμένα ειδύλλια σε δύστροπους συγχρονισμούς, αφήνοντας γλυκόπικρες μνήμες εκεί όπου θα έπρεπε να οικοδομηθέι το υγιές νέο. Και με αρνητικές δηλώσεις και προτάσεις γεννώνται τώρα νέα αιτήματα:

 

…να μη διασωθούμε ναυαγοί

ηττημένοι απ’τα ουράνια τόξα

της επόμενης μέρας,

να μη σωθούμε

και να μη σώσουμε ποτέ,

έλα, σου λέω,

ας μη φτάσουμε να σβήνουμε τα’αγγίγματα

με καινούργιες βροχές

με ψεύτικες αλήθειες.

 

Επιβάλεται να παραταθεί το όνειρο. Να επιβληθεί ο έρωτας εκεί όπου εκλείπει. Να εδραιωθεί η εγγύτητα εκεί όπου θριαμβεύει η απόσταση. Σε δυαδικές σχέσεις με εύπλαστες ισορροπίες… Εκεί που η λογική φωνάζει «όχι» και η καρδιά διατείνεται ολική καθαίρεση κάθε συμβατικού.

Όλη η συλλογή της μια επιβλητική παρένθεση, όπου χωρά μόνο η ατομική Ουσία.

Όλη η συλλογή της ολοστρόγγυλα (μη) αποσιωπητικά σε Άχρονο Εξακολουθητικό Χρόνο…

 

Περιοδικό vakxikon.gr τ.37 (vakxikon.gr)

Η Ασημίνα Ξηρογιάννη για το "Τεθλασμένοι χρόνοι", λογοτεχνικό περιοδικό Fractal

Ψηλαφίζοντας χωροχρόνο και μνήμη 

Στις διαδρομές της μας παίρνει μαζί η Χρυσάνθη Ιακώβου σε Χρόνους Τεθλασμένους. Είναι η δεύτερη ποιητική της συλλογή που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Η πορεία του ανθρώπου, η υφή της ύπαρξης, ο χρόνος, ο έρωτας, οι εποχές (κυρίως το Θέρος), οι πόλεις  και πολλά άλλα την απασχολούν. Και τα προσεγγίζει με μια γλωσσική διαύγεια και καθαρότητα, αλλά και με περίσκεψη. Ποιήματα με συνοχή και ουσία που αγγίζουν τις σιωπές μας κυρίως, αλλά και τις πλάνες που όλοι, λίγο ή πολύ έχουμε!

(«[…] ξόδεψες μια λάθος ζωή/σε έναν τόπο/που δεν ήταν ποτέ ο σωστός» Προωθημένα , σελ 18-19) Εικόνες έντονες, ανάγλυφες που υπογραμμίζουν κάθε φορά «μια ρωγμή στην απουσία των πραγμάτων» (Ισορροπία σελ .20-21), για να δανειστώ δικούς της στίχους. Και σε κάθε ποίημα φαίνεται ότι υπάρχει, προβάλλεται ή υπονοείται μια έλλειψη, μια απουσία, μια αναμονή, μια διαίρεση, κάτι που μένει μισό, άστοχο ή ανολοκλήρωτο, «ένα φορτίο αχρείαστο». Στο ποίημα Αστοχία (II) γράφει: «Κι ήταν κι αυτή /η απέλπιδα ανάγκη/για να υπάρξουμε,/για να βαφτίσουμε/τις λέξεις από την αρχή,/να δώσουμε σε όσα ζήσαμε/δικό μας όνομα».

Δίνεται συχνά η αίσθηση ότι υπάρχουν πολλές επιλογές σε τούτη τη ζωή, πολλοί αντιθετικοί δρόμοι, που μπορεί να μπερδεύουν αντί να λυτρώνουν: «..τόσες ζωές/ποια να διαλέξεις/τόσες εκδοχές/τόσες θολές/αντανακλώμενες/ακαθόριστες λύσεις./(Διαιρεμένοι εαυτοί,σελ.25)

Και στις Πολλαπλές Εκδοχές: «Και οι στιγμές/τόσο ανύπαρκτες/στο ρολόι της απεραντοσύνης/υπάρχεις και δεν υπάρχεις/αιωρούμαστε/και οι επιλογές τόσες πολλές/τόσοι δρόμοι/ένας ψηφιδωτός χάρτης/αδιάβαστος/[…]»

Στίχοι λιτοί, που σχετίζονται εύστοχα με τους προηγούμενους και τους επόμενους συνδράμοντας στην ενότητα του ποιήματος. Η Ενότητα, το μεγάλο ζητούμενο κάθε φορά, με την έννοια ότι το Ποίημα πρέπει να έχει κάτι να μας πει, αλλιώς δεν έχει λόγο ύπαρξης. Η Χρυσάνθη Ιακώβου είναι σε καλό δρόμο, μας χαρίζει μια γλώσσα προσιτή τίμια, ουσιαστική, που μας «μιλά.» Ύφος ενιαίο, σταθερή φωνή, εξομολογητικός συχνά τόνος και απεύθυνση σε ένα «Εσύ.» Επιδέξια εγκλωβίζει τη στιγμή, ψηλαφίζει αργά τον χρόνο, τον χώρο, την μνήμη. Δεν είναι θλιμμένη, δεν έχει πικρία, στοχάζεται πάνω στις εκδοχές της ζωής μας. Επειδή κάποιες φορές οι άνθρωποι ακροβατούμε, ή μένουμε μετέωροι ή ενεοί, έχοντας διασχίσει αντιφατικούς δρόμους, έχοντας αμφιταλαντευθεί, προδοθεί ή προδώσει. Και οι εμπειρίες μάς έχουν διαμορφώσει, έχουν πλατύνει την ψυχή, έχουν ερεθίσει το συναίσθημα. Η Χρυσάνθη Ιακώβου συλλογίζεται πάνω στην εμπειρία και ερμηνεύει ποιητικώ τω τρόπω.

 Ξεχωρίζουν τα  ποιήματα «Ταλάντωση» και «Σε ακίνητο χρόνο», καθώς και οι στίχοι που συνοδεύουν τις ωραίες φωτογραφίες!

[…]

ένα μνήμα η μνήμη

ένα μέτρο μείον

στον όροφο του εγώ μου-

[…]

(Μνήμη, σελ 29)

*

Κι ο χρόνος σχεδόν μηδενικός

στάζει

σαν τη βρύση της κουζίνας

που θέλει επισκευή.

[…]

(Σε ακίνητο χρόνο, σελ.30)

Δεν είναι

*

[..]

 μεθυστικό ν’ αγαπάς 

…ό,τι θα σε σκοτώσει

 

Δημοσίευση στις 15/3/2017, fractalart.gr (fractalart)

Ο Κώστας Στοφόρος για το "Τεθλασμένοι χρόνοι", εφημερίδα "Δρόμος της αριστεράς"

τεθλασμένοι χρόνοι

Αφήνω πίσω μου τη δολοφονική ταχύτητα και διαβάζω αργά-αργά απολαμβάνοντας την κάθε λέξη από τα ποιήματα της Χρυσάνθης Ιακώβου. Οι "Τεθλασμένοι χρόνοι" (Εκδόσεις Βακχικόν) είναι ποίηση της βραδύτητας και της ατμόσφαιρας.

"Σ' ένα δρόμο ατελείωτο / δίχως αρχή / και δίχως τέλος / και δίχως προορισμό, / τυχαίοι διαβάτες / που τολμήσαμε να διασχίσουμε / μια μέρα ωραία / την άγνωστη λεωφόρο, / με ένα σακίδιο στους ώμους…"

"Σαν τον κρουστό ήχο / ενός λουλουδιού που ανθίζει, / σαν μια πένθιμη μελωδία / ενός λουλουδιού που μαραίνεται…"

Εκεί όπου

"ισορροπούμε / σε μια μονάδα του χρόνου, / πλέουμε / κι επιπλέουμε / σαν πεταλούδες / μέχρι να τελειώσει / το εικοσιτετράωρο / μιας μέρας

Και

"προσπαθούμε να υπάρξουμε / βανδαλίζοντας το φεγγάρι, / ματώνοντας τις λέξεις"

Ενώ "οι λύσεις / ω, οι λύσεις / ένα κλειδί / σε κάποιο συρτάρι / ξεχασμένο".

Έτσι στο τέλος

"κολυμπήσαμε σε ολόκληρο ωκεανό / και μια στάλα νερού / δε βρήκαμε".

Θα μπορούσα να γεμίσω και με άλλα ποιητικά θραύσματα τη σελίδα, προσπαθώντας να μεταδώσω κάτι από τη μαγεία που με τύλιξε ένα απόγευμα που το πέρασα συντροφιά με τους στίχους της Χρυσάνθης Ιακώβου και με πολλά μουσικά θέματα ως υπόκρουση, καθώς ο ήλιος έγερνε αργά προς την Πάρνηθα…

 

Κώστας Στοφόρος

4/3/2017

Εφημερίδα "Δρόμος της αριστεράς" - e-dromos.gr

Ο Δήμος Χλωπτσιούδης για το "Αχ-έρων", tovivlio.net

Το υπερρεαλιστικό κίνημα κληροδότησε στη σύγχρονη ποίηση την αγάπη για την εικόνα. Θεωρείται σήμερα πια το κυριότερο συστατικό του ποιητικού λυρισμού και στην πραγματικότητα ισορροπεί την απούσα μουσικότητα του στίχου, διαμορφώνοντας το δικό της ρυθμό στο ποίημα σε συνδυασμό με τη θραυσματική μορφή του και την εκφραστική λιτότητα. Έτσι, η εικόνα καταφέρνει και λειτουργεί μετωνυμικά για το μήνυμα ενώ ταυτόχρονα προκαλεί τις αισθήσεις και το συναίσθημα του δέκτη/αναγνώστη.

Αυτή τη δυναμική διάσταση της μεταμοντέρνας εικονοπλασίας αξιοποιεί και η Χρυσάνθη Ιακώβου στην πρώτη της ποιητική συλλογή «Αχ-έρων» (vakxikon.gr, 2013). Ωστόσο, δεν πρόκειται απλά για μία παράθεση εικόνων που αποκρύπτουν το μήνυμα ή κυριαρχούν επί τούτου. Αντίθετα, στην ποίηση της Ιακώβου, η εικόνα με χαρακτηριστική φειδώ υποτάσσεται στο δικό της υπαρξιακό πλαίσιο αναζητήσεων.

Η δυναμική εικονοπλασία συντελεί στη δημιουργία του γενικότερου συναισθήματος απογοήτευσης. Το αστικό τοπίο επανέρχεται κάθε τόσο με την απάνθρωπη και σκοτεινή διάστασή του. Η φύση με μία ρομαντική διάθεση λειτουργεί ως βασική έμπνευση. Ο άνεμος, η σελήνη και το υγρό στοιχείο αποτελούν τον κορμό της εικονοπλαστικής της, άλλοτε οπτικά κι άλλες φορές ηχητικά. Κεντρική είναι και η θέση της θάλασσας, άμεσα ή έμμεσα (πχ βάρκα).

Οι εικόνες όμως της Ιακώβου λειτουργούν ως πυρήνες του συμβολισμού, είναι το περιβάλλον πάνω στο οποίο δομείται η ποιητική της. Ο πλούτος των εικόνων σε συνδυασμό με το σκοτάδι ή τη δυναμική παρέμβαση του ανέμου διαμορφώνουν έναν σκοτεινό τόπο ανατροπών στον οποίο κυριαρχεί η θλίψη. Ακόμα και η συχνή χρήση του καθρέφτη στις εικόνες της εκφράζει μία διάσταση πικρίας.

Η ποιητική της Ιακώβου είναι κατά βάση υπαρξιακή. Ανεκπλήρωτα όνειρα, προσωπικοί προβληματισμοί, ερωτική απογοήτευση, διαμορφώνουν τη βασική της θεματική σε ένα νόστο προς την ευτυχία. Μόνο που η οδύσσειά της λαμβάνει χώρα πάνω στον ποταμό των ήχων και της θλίψης. Η ποιήτρια άλλες φορές κραυγάζει και κλαίει, άλλοτε σωπαίνει ανήμπορη να ελέγξει το περιβάλλον, ερωτεύεται και απογοητεύεται.

Στην ποίηση βρίσκει το σθένος να αντιμετωπίσει το δικός της ίλιγγο μέσα στο θλιβερό άστυ, μεταμορφώνεται σε ένα άσυλο από το ρεαλισμό...  Η πραγματικότητα την φοβίζει, μα εκείνη την αντιμετωπίζει με την ποίηση, με το λόγο και τα συναισθήματα.

Το περιβάλλον της Ιακώβου δεν είναι έμψυχο, δεν περιέχει κοινωνικές παραστάσεις. Βουβό την πολιορκεί λειτουργώντας στην περιφέρεια των βιωμάτων της χωρίς να συμμετέχει. Άλλωστε, η ποιήτρια δεν εντάσσει τα προσωπικά της βιώματα μέσα σε κάποιο κοινωνικό πλαίσιο. Πρόκειται, εξάλλου, για ποίηση προσωπική. Το ρομαντικό περιβάλλον εντείνει την απογοήτευσή της μέσα από την αντίθεση. Μερικές φορές μοιάζει σαν το ίδιο το περιβάλλον (τεχνητό ή φυσικό) να την εμποδίζει να πλησιάσει στην Ιθάκη της.

Η ποίησή της είναι ήπιων τόνων, ξεχωρίζει με το χαμηλόφωνο λόγο και τους οικείους τόνους της καθημερινότητας. Διακρίνεται για την ειλικρίνειά της και την αμεσότητα των διαυγών συμβολισμών χωρίς να χάνει το στοιχείο της γνησιότητας πάνω στους ατομοκεντρικούς προβληματισμούς.  Με τη θέρμη της προφορικής ομιλίας και τη γύμνια του καθαρού λόγου εκφέρει κουβέντες βαθιά ανθρώπινες.

Ο λόγος της κινείται σε μία ελεγχόμενη ισορροπία μεταξύ λιτότητας και πληθωρισμού. Άλλοτε εκρηκτικός, άλλοτε στεγνός, όπως ακριβώς και τα συναισθήματα. Η ποιήτρια προσαρμόζει την έκφραση βάσει ακριβώς της ρυθμιζόμενης έντασης. Η γλώσσα της κινείται στο επίπεδο της προφορικότητας, όπου το καθημερινό γίνεται ποιητικό. Δε φοβάται να χρησιμοποιήσει επίθετα ή επιρρήματα.

Το επαναλαμβανόμενο α΄ ενικό γραμματικό πρόσωπο, ως ποιητικό υποκείμενο, οριοθετεί και το εξομολογητικό ύφος των συνθέσεων. «Οι βιωματικοί άνθρωποι, όπως και οι βιωματικοί συγγραφείς, παρατηρεί ο Αλέξης Ζήρας με αφορμή το έργο του Γιώργου Ιωάννου, είναι δύσκολο να διαλέξουν άλλο τρόπο διατύπωσης τους, εκτός από τον εξομολογητικό. Στόχος είναι η ειλικρινής ανακοίνωση των όσων τεκταίνονται εντός τους. Η τέχνη γίνεται το μέσο για τη λυτρωτική προσέγγιση με τους άλλους. Η τέχνη δεν είναι σκοπός».

Κυρίαρχο επίσης πρόσωπο, ως ποιητικό αντικείμενο, είναι ένας ακαθόριστος "άλλος" που εκφράζεται με το β΄ ενικό. Είναι το αντικείμενο του έρωτα, το αίτιο της απογοήτευσης, ένας βουβός συνομιλητής, ένας ποιητικός εξομολόγος. Η χρήση των δύο γραμματικών προσώπων δημιουργούν την αίσθηση ενός ιδιαίτερου θεατρικού μονολόγου με τον "άλλο" πάντα παρών. Μοιάζουν με ποιητικές επιστολές.

Στην εκφραστική της η ποιήτρια μεταχειρίζεται όλες τις τεχνικές. Αξιοποιεί μεταφορές, παρομοιώσεις, παρηχήσεις και επαναλήψεις. Δεν είναι λίγα τα μικρολογοπαίγνια κυρίως με το διαχωρισμό των συνθετικών μερών κάποιων επιλεγμένων λέξεων. Τούτη η "διάλυση" των λέξεων στα συνθετικά τους, που πατά στο γλωσσικό μας πλούτο, δημιουργεί την αίσθηση ύπαρξης δύο διαφορετικών λέξεων (της αρχικής και της σύνθετης) υποστηρίζοντας το μήνυμα και ενισχύοντας το συναίσθημα.

Ο ίδιος τίτλος της συλλογής («Αχ-έρων») μοιάζει με ένα τέτοιο μικρό λογοπαίγνιο, δανειζόμενος από το τρίτο ποίημα της συλλογής. Είναι ένα εφεύρημα με πολλαπλές ερμηνείες δημιουργικές ή ετυμολογικές. Ο ποταμός Αχέροντας, ο ποταμός του θανάτου, η οδός προς τον Άδη, με το ενωτικό (παύλα) διαχωρίζει ένα ιδιότυπο πρώτο συνθετικό που δημιουργεί το επιφώνημα του πόνου ("Αχ"), ενώ την ίδια στιγμή το δεύτερο συνθετικό μοιάζει με τη λέξη "έρως"... Ωστόσο, ο ίδιος ο Αχέροντας (αχός/ήχος+ρέω) είναι ο ποταμός των ήχων, της βουής, σαν τη βουή και τους ήχους πόνου που εκφράζει ποιητικά η Ιακώβου. Αν μάλιστα ακολουθήσουμε μία άλλη ετυμολογία του Αχέροντα (άχος+ρέω, άχος=θλίψη) είναι ο ποταμός χωρίς χαρά, ο ποταμός της θλίψης, κάτι που μας προετοιμάζει και υπό αυτή την ερμηνεία για το περιεχόμενο της συλλογής. Επιπλέον, ο τίτλος πλαισιώνεται από ένα εξώφυλλο μαύρο με μία δόση κόκκινης ανταύγειας (του πάθους για ζωή) που συμπληρώνουν οπτικά το μήνυμά του...

Ταυτόχρονα με τους γλωσσικούς πειραματισμούς, το πρωθύστερο σχήμα, το ασύνδετο σχήμα και οι επαναληπτικές ή παρενθετικές ημιπερίοδοι-ονοματικά σύνολα (μέσα σε κόμματα και διαφορετικό στίχο) ενισχύουν το συναίσθημα του πόνου κι επιτείνουν την απογοήτευση της ποιήτριας.

Αν και σήμερα παρατηρείται -στο πλαίσιο της αφαιρετικότητας- μία τάση να εξορίζονται τα σημεία στίξης από την ποίηση, η δημιουργός "διαφωνεί" με την "κατάργησή" τους και τα βλέπει ως βασικά σύμβολα του λόγου. Δείχνει μία ιδιαίτερη προτίμηση στα κόμματα. Η παρουσία τους είναι συνεχής (ίσως σε σημεία υπερβολής) είτε σε ασύνδετα σχήματα είτε σε επαναληπτικά σύνολα ή προσδιορισμούς. Και δεν πρέπει να λησμονούμε τη φωνητική τους σπουδαιότητα και πόσο βοηθούν στην απαγγελία και την ανάγνωση. Και σε τούτο ακριβώς επενδύει η Ιακώβου, εντείνοντας ακόμα περισσότερο το συναίσθημα.

Σε κάθε σύνθεση της συλλογής, με πολύ λίγες εξαιρέσεις, εντοπίζεται μία παθητική μετοχή (σπανιότερα δύο) με τη συντριπτική τους πλειονότητα σε θηλυκό γένος. Η σταθερή τους, αλλά ελεγχόμενη χρήση, καταδεικνύει μία άριστη χειρίστρια του λόγου που δεν πέφτει στην ατοπία της υπερβολικής χρήσης τους, αλλά ούτε και τις καθιστά άχρηστες από το φόβο κακής χρήσης.

Ας θυμόμαστε ότι η παθητική μετοχή ως επιθετικοποιημένη ρηματική λέξη μπορεί εύκολα να οδηγήσει τόσο σε πληθωρισμό ρηματικών επιθέτων όσο και σε στενότητα της ποιητικής έκφρασης. Ωστόσο, ως μέρος του λόγου με την κατάλληλη επεξεργασία του στίχου, μπορεί να αποτελέσει ένα βασικό σημείο του στίχου, αρκεί να μη γίνει επίκεντρο (αποφεύγοντας φυσικά την υπερβολική χρήσης επειδή τάχα μας ευνοεί στη μουσικότητα ή κάποιου είδους ομοιοκαταληξία). Και τούτο το γνωρίζει καλά η Ιακώβου. Με φειδώ, αλλά και τόλμη την αξιοποιεί.

Μέσα από την ποίηση η Ιακώβου προσπαθεί με γλώσσα άμεση, πυρακτωμένη και εξομολογητική να μιλήσει για το προσωπικό της  δράμα. Είναι η δική της ψυχική διέξοδος με την οποία ελπίζει να καταλήξει στην εξιλέωση, ο πυρήνας της ποιητικής της. Έτσι η ποίηση μετατρέπεται σε ένα αβαείο όπου εξομολογείται την παραφωνία των ελπίδων της στην αφωνία των σκοτεινών μας καιρών.

 

Δήμος Χλωπτσιούδης

22/5/2015

tovivlio.net

www.tovivlio.net

Ο Κώστας Στοφόρος για το "Αχ-έρων", Εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς

Αχέροντας

…Επιμένω, λοιπόν, ποιητικά με μια ακόμη νέα φωνή. Χρυσάνθη Ιακώβου και «Αχ-έρων» (Vakxikon.gr). Και μπερδεύοντας πραγματικότητα και φαντασία, βρέθηκα και πάλι νοερά σε αυτό το ποτάμι που οδηγούσε στον Άδη: «Παρα-σύρθηκα στις όχθες του ποταμού Αχέροντα, ένδυμα ήλιου/ άνυδρο ύδωρ για τα κορμιά τα ηδονικά/ κι η βάρκα της επιστροφής χωρίς κουπιά…».

Διάβασα στίχους που με ταξίδεψαν, απολαμβάνοντας τη γλώσσα και τη δύναμη των λέξεων, ένιωσα τι θα πει να ξεκινάς «σπέρνοντας στον άνεμο τα λόγια» σου ή πώς γίνεται να αγαπάς τόσο τη «δύναμη των λέξεων που έρχονται από το στήθος σου/νερό/ απ’ τις παλάμες σου….». Και δεν μπορούσα παρά να σκεφτώ μελαγχολικά πως «και εμείς είμαστε ιστορία/ σε έναν κόσμο που γυρίζει θλιμμένα»….

Έκλεισα το βιβλίο κι είπα να σας προτείνω λίγη παραπάνω ποίηση. Που ταιριάζει με την άνοιξη. Και τον κόσμο που ονειρευόμαστε….

 

Κώστας Στοφόρος,

4/5/2014

Εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς

http://www.e-dromos.gr/