Βασίλης Ρίσβας

Βασίλης Ρίσβας

"Η τηλεόραση οφείλει να είναι καθρέφτης της κοινωνίας"

Ηθοποιός. Θεατρικός συγγραφέας. Συν-σεναριογράφος τηλεοπτικών σειρών, όπως "Μαύρα Μεσάνυχτα", "10η Εντολή", "50-50", "7 Θανάσιμες Πεθερές", πάντα μαζί με τη σύζυγο του, Δήμητρα Σακαλή. Και προσφάτως και σεναριογράφος δύο ταινιών.

 

Θα μπορούσαμε μήπως να πούμε ότι με την κρίση έγινε ένα ξεκαθάρισμα στην ελληνική τηλεόραση που έκανε εν μέρει και καλό;

Όχι, δε θα το έλεγα. Όταν αναγκάζεσαι να σκέφτεσαι, όχι στα όρια της οικονομίας, αλλά της ανέχειας και προσπαθείς να δημιουργήσεις ένα τηλεοπτικό προϊόν με ψίχουλα, δεν μπορείς να έχεις καλό αποτέλεσμα. Ό,τι κι αν σκεφτεί το μυαλό του δημιουργού, το προϊόν δε θα είναι τόσο φτηνό ώστε να ικανοποιήσει και την παραγωγή και το κανάλι -και θα πρέπει παράλληλα να ζήσουν και άνθρωποι από αυτό… Συνεπώς, όλοι καλούμαστε να κάνουμε εκπτώσεις, αλλά οι εκπτώσεις μόνο καλό δεν κάνουν στο αποτέλεσμα… Καταβάλλουμε μεγάλη προσπάθεια, τουλάχιστον όσοι είμαστε ακόμα ενεργοί στα πράγματα, γιατί πολλοί είναι και αυτοί που έχουν πάει στα σπίτια τους…

Δεν έχουν μειωθεί όμως με αυτόν τον τρόπο τουλάχιστον οι κακές δουλειές;

Καλές και κακές δουλειές είχαμε πάντα. Αυτό δεν έχει να κάνει με την κρίση. Δε γίνεται να κάνουμε μόνο ποιοτικά πράγματα λόγω κρίσης. Απλώς, έχουμε μπει σε άλλον τρόπο σκέψης, αξιολογούμε αλλιώς τα πράγματα και βάζουμε άλλες προτεραιότητες, και στη ζωή μας γενικά και στη δουλειά μας ειδικά. Όσοι είμαστε ακόμα ενεργοί προσπαθούμε τουλάχιστον οι εκπτώσεις που θα κάνουμε να μην επηρεάζουν την αισθητική, η οποία είναι για μένα το άλφα και το ωμέγα. Πέρα από την ιδέα, το concept, τους χαρακτήρες, αν η φτήνια επηρεάσει την αισθητική της σειράς, θεωρώ ότι το πλήγμα θα είναι μεγάλο. Εννοώ και τη σκηνοθεσία και την εικόνα -αν πρέπει σε μια μέρα να βγάλουμε επεισόδιο, δε θα γίνει καλή δουλειά. Πρέπει να αντισταθούμε σε αυτήν την τάση του να υπάρχει φτήνια σε όλα -δε μιλάω για οικονομία πια, αλλά για φτήνια.

Ποιος ευθύνεται για το τόσο κακό τηλεοπτικό τοπίο της χώρας μας;

Δε θεωρώ τον εαυτό μου άμοιρο ευθυνών για την κατάσταση της τηλεόρασης, αλλά δε θεωρώ και ότι φταίω που μια μεγάλη μερίδα κόσμου έχει φτάσει να κλείνει την τηλεόραση. Προσπαθούμε με τις παρούσες συνθήκες να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Θεωρώ ότι το "Ταμάμ" που βγήκε μέσα στην κρίση είναι μια πολύ καλή σειρά, με υψηλή αισθητική, οικονομία -χωρίς να φαίνεται-, εικόνα σχεδόν κινηματογραφική, καλό ήχο, εξωτερικούς χώρους, καλό καστ… Κρατήσαμε την αισθητική στη σειρά, να μη φωνάζει τουλάχιστον η οικονομία.

Ποιο πιστεύεις ότι μπορεί να είναι το μέλλον της τηλεόρασης; Το διαδίκτυο ίσως, τα web κανάλια;

Δεν ξέρω… Νομίζω ότι, τουλάχιστον στην Ελλάδα, δε θα πάψει να υπάρχει η τηλεόραση από το σπίτι και την καρδιά του Έλληνα. Τα δείγματα δείχνουν ότι υπάρχουν νούμερα στο web tv, αλλά πρέπει να αλλάξουν πολλά πράγματα για να αλλάξει η σχέση μας με την τηλεόραση.

Το να κάνεις μια πολύ επιτυχημένη δουλειά προκαλεί φόβο; Φοβάσαι ότι η επιτυχία ίσως δεν επαναληφθεί;

Αυτό δεν είναι φόβος, είναι δημιουργικό άγχος. Είναι καλό, σε βάζει σε μια διαδικασία να το ψάξεις πολύ, να εξετάσεις ιδέες, να απορρίψεις. Εξάλλου, δεν ξεκινάς ποτέ με τη λογική "πάμε να κάνουμε επιτυχία". Όπως και δεν ξεκινάς με τη λογική "ας αποτύχει, δε με νοιάζει". Ξεκινάμε να γράψουμε κάτι που έχει τη δική μας ματιά, τη δική μας αισθητική, με την ελπίδα ότι θα υπάρχουν πολλοί που θα τους αρέσει.

Αισθάνθηκες ποτέ ότι έκανες έκπτωση στην ηθική σου, ότι έγραψες, για παράδειγμα, κάτι που δεν ήθελες, που δε σου ταίριαζε;

Όχι. Και είμαι περήφανος για αυτό.

Είναι εφικτό να το καταφέρει κάποιος αυτό;

Είναι ευχή και κατάρα, το να κατορθώσεις να μείνεις πιστός σε αυτό που πιστεύεις ότι είναι καλό. Και συγκρουστήκαμε και μάχες δώσαμε και δουλειές χάσαμε, πάντα υπάρχει κόστος σε τέτοιες αποφάσεις. Όμως θα πω αυτό που λέγανε και οι παλιότεροι, ότι τα έχω καλά με την ψυχούλα μου. Αυτό είναι και το πιο σημαντικό για μένα. Σε αυτόν το στίβο που λέγεται τηλεόραση, εγώ με την ψυχή μου τα έχω μια χαρά. Μέχρι τώρα έχω κάνει τα πράγματα που μου άρεσαν, δε θα κάνω κάτι που δε μου αρέσει. Και να πω πάνω σε αυτό ότι από το "Μη με σκας", που κόπηκε στο τρίτο επεισόδιο, αποσυρθήκαμε εμείς, γιατί το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που θέλαμε.

Μετανιώνεις για κάτι;

Όχι για αυτά που έκανα, αλλά για αυτά που δεν έκανα. Μετανιώνω που αργήσαμε να μπούμε δυναμικά στο χώρο του σινεμά. Φέτος το τολμάμε με δύο ταινίες: η μία βασίζεται σε βιβλίο, η άλλη σε θεατρικό. Μετανιώνω, επίσης, που δεν ασχολήθηκα νωρίτερα με τη θεατρική γραφή.

Είσαι ικανοποιημένος ωστόσο.

Ναι. Και αισθάνομαι τυχερός. Που εν μέσω κρίσης ανήκω στους ανθρώπους που έχουν ακόμα δουλειά.

Αισθάνεσαι ότι έχεις βάλει ένα λιθαράκι σε αυτό που λέγεται ελληνική τηλεόραση;

Δε νομίζω πως πρόκειται για ένα πεδίο που θα καταθέσει ο καθένας το λιθαράκι του, ότι θα βάλουμε όλοι από κάτι για να προκύψει ένα καλό αποτέλεσμα. Δεν εξαρτάται από εμάς. Εμείς είμαστε στην αρχή, στη βάση, είμαστε το θεμελιάκι -όχι για την τηλεόραση, αλλά για μια σειρά. Αυτό που μπορείς να κάνεις είναι να φροντίσεις για το οικοδόμημα της δικής σου σειράς. Δεν πρόκειται για κοινό στίβο. Είναι πολλοί οι επαγγελματίες, πολλοί άνθρωποι με διαφορετικές νοοτροπίες, συμπεριφορές… Άλλος θα κάνει μια φτηνιάρικη δουλειά, άλλος θα ρισκάρει πολλά λεφτά και θα κάνει κάτι μεγαλειώδες, ο καθένας λειτουργεί αλλιώς. Αυτό που λες εσύ είναι πολύ αισιόδοξο, το να βάλουμε από ένα λιθαράκι και να φτιάξουμε την τηλεόραση όλοι μαζί… Το μόνο που μπορώ να πω για τη δική μας δουλειά είναι ότι παλεύουμε να κρατάμε τα πράγματα σε ένα επίπεδο.

Τι ετοιμάζετε για το μέλλον;

Πέρα από τις δύο ταινίες, είχαμε κάνει μια πρόταση στον Αντένα για μαύρη κωμωδία που τους ενδιέφερε πολύ, αλλά έχω υποψίες ότι το κανάλι σκέφτεται να κάνει τρίτο κύκλο "Ταμάμ", που θα είναι η συνέχεια των ηρώων, όπως τους αφήσαμε στο δεύτερο κύκλο.

Είναι η τηλεόραση καθρέφτης της κοινωνίας;

Οι κοινωνικές συνθήκες είναι σίγουρα πηγή άντλησης. Το θέατρο, για παράδειγμα, θεωρώ πώς δεν είναι -ίσα-ίσα νομίζω πως στόχος του είναι να τον σπάει αυτόν τον καθρέφτη, να τον κάνει κομματάκια και στο κάθε κομματάκι ο καθένας μας να μπορεί να βρει στοιχεία από τον εαυτό του για να συνθέσει ο ίδιος τον καθρέφτη που θέλει. Η τηλεόραση, όμως, οφείλει να είναι καθρέφτης και οι δημιουργοί οφείλουμε μέσα από τη δουλειά μας να περνάμε θέσεις και απόψεις, όχι πολιτική γραμμή, αλλά ως σκεπτόμενα όντα είμαστε αναγκαστικά και πολιτικά όντα, δε γίνεται αλλιώς. Ο πολιτικός λόγος, θες-δε θες, περνάει. Καταρχήν, περνάει μέσα από την ίδια σου τη θέση στη ζωή, είναι δυνατόν να μην περάσει στο δημιούργημα; Οπότε νομίζω πως οφείλει να είναι, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι πρέπει οπωσδήποτε να γράφεις σειρές που να ασχολούνται με την επικαιρότητα.

Θεωρείς ότι το καταφέρνετε αυτό, το να πιάνετε τον παλμό των γεγονότων;

Όταν θέλουμε το κάνουμε. Δεν έχουμε έμμονη όμως ότι πρέπει να γράψουμε μία σειρά και να αναφερθούμε οπωσδήποτε στην κρίση. Δεν είναι το μοναδικό θέμα η κρίση, ούτε υπάρχει μόνο το οικονομικό. Η κρίση στο θέμα των ανθρώπων με διαφορετική κουλτούρα σε μια χώρα που δεν τους δέχεται φιλόξενα, πού είναι αυτό; Τέτοια θέλουμε να περάσουμε -και κατηγορούμαστε για αυτό.

 

Ιούλιος 2016, 34o τεύχος περιοδικού vakxikon.gr - η συνεντευξη όπως δημοσιεύτηκε στο vakxikon.gr εδώ

 

Σκουριασμένοι έρωτες

Οι έρωτες

πώς ξεφτίζουν αλήθεια

πώς χορταριάζουν

πώς σκουριάζουν

Είναι η γενιά μας δυστυχισμένη;

Οι σημερινοί τριάντα και κάτι - τριάντα παρά κάτι είναι αυτοί που έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση και τη γενικότερη κατάρρευση κάθε βεβαιότητας σε αυτήν τη χώρα περισσότερο από όλους. Είναι όμως, στα αλήθεια, μόνο η κρίση η αιτία που η γενιά μας είναι προβληματισμένη;

Σύμφωνα με έναν πρόχειρο, αλλά απόλυτα ρεαλιστικό, ορισμό, ευτυχία = πραγματικότητα - προσδοκίες. Κοινώς, η απογοήτευση δεν εξαρτάται από ένα γεγονός καθ' εαυτό, αλλά από τις ελπίδες που είχαμε για αυτό.

Το θέμα της γενικότερης -και απόλυτα δικαιολογημένης βέβαια- απογοήτευσης της γενιάς μας δεν ξεκινάει με την οικονομική κρίση, αλλά από παλιότερα, από τους παππούδες μας. Αυτοί ανήκαν σε μια πραγματικά δύσκολη γενιά: πόλεμοι, φτώχεια, πείνα. Αυτό τους έκανε να μεγαλώσουν τα παιδιά τους -δηλαδή τους γονείς μας- με την ιδέα ότι πρέπει να προοδεύσουν, να εξασφαλίσουν τα προς το ζην, να βρούνε καλές και σταθερές δουλειές.

Οι περισσότεροι από τους γονείς μας ξεκίνησαν με άδειες τσέπες. Αλλά η εργατικότητα τους και οι ανέλπιστα καλές οικονομικά δεκαετίες του '70, του '80, του '90 τους βοήθησαν όχι μόνο να αποκτήσουν την οικονομική σταθερότητα που αποζητούσαν, αλλά να επιτύχουν και ένα πολύ καλό βιοτικό επίπεδο, όπου παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά οι έννοιες της πολυτέλειας, της σπατάλης, της καλοπέρασης. Ούτε και οι ίδιοι πίστευαν πως τα κατάφεραν όλα αυτά.

Εμάς, στη συνέχεια, οι γονείς μας μάς μεγάλωσαν με υπέρμετρη αισιοδοξία και με την αίσθηση των απεριόριστων δυνατοτήτων: μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα, μπορούμε να γίνουμε ό,τι θέλουμε. Σαν να μην ήταν ήδη αρκετά ουτοπική αυτή η ιδέα, μάς μεγάλωσαν και με μια άλλη, ακόμα πιο σουρεαλιστική: ότι είμαστε ξεχωριστοί και ιδιαίτεροι. Μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα, μπορούμε να γίνουμε ό,τι θέλουμε, επειδή μας αξίζει και το σύμπαν μάς το χρωστάει.

Εμείς, λοιπόν, μεγαλώσαμε στα πολύχρωμα 90s, μέσα στη ζεστή ασφάλεια και υπεραισιοδοξία των γονιών μας -και ήταν υπέροχα. Αυτό όμως -μαζί φυσικά με την ψευδαίσθηση των απεριόριστων επιλογών, πιθανοτήτων και δυνατοτήτων- ανέβασε τις προσδοκίες μας στα ύψη. Δεν ανέβασε όμως, από την άλλη, την ορμητικότητα μας, τη δυναμική μας. Θέλαμε να γίνουμε πολλά πράγματα, αλλά δεν ξέραμε τι ακριβώς, ούτε με ποιον τρόπο.

Προτού χτυπήσει η οικονομική κρίση, είχαμε σχηματίσει ήδη ένα πλάνο στο κεφάλι μας, όπου οι προσδοκίες μας ήταν στα σύννεφα. Όχι μόνο στο θέμα της επαγγελματικής εξέλιξης, αλλά και της προσωπικής αυτοπραγμάτωσης. Η δουλειά μας δε φτάνει να μας αρέσει ή να μας καλύπτει οικονομικά, πρέπει και να μας οδηγεί στην απόλυτη ολοκλήρωση. Με τον σύντροφό μας δεν αρκεί να περνάμε καλά και να ταιριάζουμε, πρέπει να είναι το άλλο μας μισό και να βιώνουμε διαρκώς το απόλυτο πάθος. Τα χρήματα μας δεν πρέπει να μας εξασφαλίζουν μια αξιοπρεπή ζωή, αλλά μια πλούσια ζωή. Η ζωή μας πρέπει να είναι γεμάτη δραστηριότητες με τις οποίες να παθιαζόμαστε. Πρέπει να έχουμε πολλούς φίλους, ελκυστική εμφάνιση, αδύνατο σώμα και ένα αρκετό δυνατό προσωπικό προφίλ ώστε να το προωθήσουμε στο facebook. Η εποχή μας έχει ως απόλυτο σύνθημα την επίτευξη της ευτυχίας και της προσωπικής ολοκλήρωσης και εμείς τρέχουμε πανικόβλητοι προσπαθώντας να αυτοπροσδιοριστούμε.

Η γενιά μας έπασχε ούτως ή άλλως από μια μάλλον λανθασμένη εντύπωση περί ευτυχίας. Δε θα μπορούσαμε ποτέ να αποκτήσουμε όλα αυτά που προσδοκούσαμε, ακόμα κι αν δεν υπήρχε οικονομική κρίση. Η κρίση αποκάλυψε, με τον σκληρότερο για εμάς τρόπο, την τρομακτική απόκλιση μεταξύ προσδοκίας και πραγματικότητας. Εμείς όμως επιμένουμε να αντιμετωπίζουμε μόνο ως οικονομικό ένα πρόβλημα που είναι και βαθύτατα υπαρξιακό.

 

Περιοδικό Ser-Free #40

Whiplash

Whiplash (Χωρίς Μέτρο), 2014

Σκηνοθέτης: Damien Chazelle

Ηθοποιοί: Miles Teller, J.K. Simmons

Ο Andrew (Miles Teller) είναι ένας νέος ταλαντούχος ντράμερ που φιλοδοξεί να γίνει ένας μεγάλος τζαζίστας. Σπουδάζοντας στο μουσικό κολλέγιο Shaffer, θέλει πάσει θυσία να κερδίσει μια θέση στην τζαζ μπάντα του καθηγητή Terence Fletcher (J.K. Simmons). Ο Andrew, μπαίνοντας στην μπάντα, θα διαπιστώσει ότι ο εκκεντρικός, απαιτητικός, τελειομανής δάσκαλος του χρησιμοποιεί ιδιαίτερα σκληρές και μάλλον ανορθόδοξες παιδαγωγικά μεθόδους για να φέρει τους μουσικούς του στα επίπεδα που θέλει. Ο Andrew ματώνει, καθώς εξασκείται όλο και σκληρότερα, και ο Fletcher τον πιέζει, οδηγώντας τον συχνά έξω από τα όρια του.

Ένα απίστευτα σφιχτό και μεστό φιλμ, με δυνατό ρυθμό, καταιγιστική εξέλιξη και σοκαριστικό θέμα. Αξίζει τόσος κόπος για την τέχνη; Μέχρι ποιο σημείο πρέπει να πιεστείς για να εξελίξεις το ταλέντο σου; Πόσα αξίζει να θυσιάσεις; Μέχρι ποιο σημείο επιτρέπεται να επεμβαίνει ο δάσκαλος για να βγάλει τον καλύτερο εαυτό του μαθητή του; Είναι αποδεκτό να χρησιμοποιείς αντιπαιδαγωγικές και βάναυσες μεθόδους προκειμένου να κάνεις τον μαθητή σου να κινητοποιηθεί;

Τα όρια και οι αντοχές ενός καλλιτέχνη, η πεμπτουσία της τέχνης ως τρόπος και σκοπός ζωής, τα σύνορα που χωρίζουν την εκπαιδευτική μέθοδο από το σαδισμό και το αν είναι αποδεκτό το να φτάνεις στην κακοποίηση για χάρη του ταλέντου είναι μερικά από τα ζητήματα που θέτει με πολύ εύστοχο τρόπο ο Damien Chazelle.

Χωρίς σάλτσες και περιττές σκηνές, η ταινία κινείται σκιαγραφώντας το παιχνίδι ανάμεσα στο μαθητή και το δάσκαλο, που ενσαρκώνουν υπέροχα οι Miles Teller και J.K. Simmons -ειδικά ο δεύτερος ερμηνεύει αναμφίβολα το ρόλο της καριέρας του και φυσικά κερδίζει το Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου. Υπέροχη σκηνοθεσία, ενδιαφέρουσα σεναριακή κλιμάκωση, δυνατό φινάλε και ασφαλώς απολαυστική μουσική.

Το Whiplash είναι σίγουρα η καλύτερη ταινία που κυκλοφόρησε το 2014 (και δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι θα έπρεπε να είχε κερδίσει και το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας). Δίνει πολλή τροφή για συζήτηση και σκέψεις, πάνω σε ένα θέμα μάλιστα που σπάνια βλέπουμε στη μεγάλη οθόνη. Σε μια εποχή που ο αμερικανικός κινηματογράφος βρίσκεται σε ύφεση και ανακυκλώνει τις ιδέες του, το Whiplash όχι μόνο ξεχωρίζει, αλλά δείχνει και την κατεύθυνση στην οποία θα πρέπει να κινηθεί από εδώ και πέρα το σινεμά.

The red violin

Le violon rouge (The red violin, Το κόκκινο βιολί), 1998

Σκηνοθέτης: François Girard

Ηθοποιοί: Samuel L. Jackson, Don McKellar, Carlo Cecchi

Ένα βιολί, το επονομαζόμενο κόκκινο βιολί, κατασκευασμένο περί το 1600, περνάει από χέρι σε χέρι, διατρέχοντας έτσι τρεις περίπου αιώνες, για να καταλήξει στον 20ο πλέον αιώνα σε μια δημοπρασία. Στην πορεία του αυτή θα γοητέψει και θα επηρεάσει τους κατόχους του, με τρόπο που να μοιάζει πολλές φορές ότι έχει ζωή από μόνο του.

Η φανταστική πορεία ενός βιολιού μέσα στο χρόνο, που συνδέεται άρρηκτα με τις ζωές όσων το έχουν και με το εκάστοτε κοινωνικό-πολιτικό πλαίσιο. Πέντε ανεξάρτητες ιστορίες (ο κατασκευαστής του, ένα ορφανό ταλαντούχο αγόρι, ένα διάσημος βιολιστής, η κομμουνιστική Κίνα, μια δημοπρασία) και πέντε διαφορετικές χώρες (Ιταλία, Βιέννη, Αγγλία, Κίνα, Αμερική) που κάνουν τα εκατόν τριάντα λεπτά της ταινίας να περάσουν σαν νερό. Η σφιχτή πλοκή του φιλμ ξετυλίγεται με ευφυέστατο τρόπο και με φλας-μπακ που συνθέτουν σιγά-σιγά το παζλ.

Έξοχη σκηνοθεσία και  καταπληκτική φωτογραφία, που δημιουργούν ατμόσφαιρα ανάλογη του πνεύματος του φιλμ και ζωντανεύουν την μυστήρια επιρροή που φέρεται να ασκεί το βιολί στους ανθρώπους. Η ταινία καταφέρνει να διατηρεί ένα χαμηλό προφίλ, μακριά από ανούσιους συναισθηματισμούς και πομπώδεις επιδείξεις, για να γοητέψει τελικά τον θεατή με την μεγαλοπρέπεια της. Πολύ καλές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς, αλλά το στοίχημα κερδίζεται αναμφίβολα με το πολύ δυνατό σενάριο των Don McKellar και François Girard. Ακόμη κι αν δεν σας αρέσει η ταινία, το δίχως άλλο θα λατρέψετε τη μουσική: το βασικό δε μουσικό θέμα είναι πασίγνωστο και ο John Corigliano κέρδισε το Όσκαρ μουσικής με το σπαθί του.

Cine-προτάσεις (serrelib.gr)